Vyacheslav Mikhailovich Molotov (13.05.10)

O Molotov (1890-1986) ήταν για πολλά χρόνια ανώτατος αξιωματούχος της Σοβιετικής Ένωσης, πρωθυπουργός (αρχικομισάριος) και υπουργός εξωτερικών για δεκαετίες. Κολλητός του Στάλιν, πρωταγωνίστησε ως δήμιος στο μεγάλο τρόμο  της δεκαετίας του 30 και ήταν από τους ελάχιστους πρωταγωνιστές της Ρωσικής επανάστασης που επιβίωσε μετά τις εκκαθαρίσεις.

Στις 30 Νοεμβρίου του 1939 η Σοβιετική Ένωση (με πρωθυπουργό τον Μολότοφ) εισέβαλε στην Φινλανδία. Έκανε χρήση όλων των απαγορευμένων όπλων. Ο Μολότοφ είχε ανακοινώσει ότι οι εμπρηστικές βόμβες που ρίχνανε τα Σοβιετικά αεροπλάνα ήταν στην πραγματικότητα πακέτα τροφίμων. Οι Φιλανδοί τις ονόμαζαν ειρωνικά «ψωμοκάλαθα Μολότοφ» και απάντησαν με το δικό τους συνοδευτικό ποτό, που το βάφτισαν «κοκτέιλ Μολότοφ». Ένα μείγμα από αιθανόλη, πίσσα και βενζίνη, σε μπουκάλι 750ml, συνοδευμένο από δύο μεγάλα σπίρτα θυέλλης για το φυτίλι.

Με αυτό το ποτό οι Φιλανδοί υποδέχθηκαν τα ρωσικά τανκς – με εντυπωσιακά αποτελέσματα. Τα μεγάλα άρματα μάχης καθηλώθηκαν. Τόσο επιτυχημένο ήταν το κοκτέιλ, που άρχισε η μαζική παραγωγή του από φινλανδικά εργοστάσια. Τους τρεις μήνες που κράτησε ο «Πόλεμος του Χειμώνα» η παραγωγή έφτασε τα 450.000 μπουκάλια. Οι Σοβιετικοί δεν κατόρθωσαν να πετύχουν τον σκοπό τους που ήταν η κατάκτηση όλης της Φινλανδίας. Αρκέστηκαν σε μία μικρή ζώνη εδάφους. Η ηρωική αντίσταση ενός έθνους μικρότερου κι από την Ελλάδα, απέναντι σε ένα κολοσσό (πολύ μεγαλύτερο από την Ιταλία), προηγήθηκε του Αλβανικού έπους.

Έτσι δημιουργήθηκε και βαφτίστηκε η βόμβα μολότοφ. Ανάλογα εκρηκτικά είχαν χρησιμοποιηθεί και στον Ισπανικό εμφύλιο, αλλά σποραδικά και ανώνυμα. Και ο Μολότοφ, παρόλο που στη ζωή του είχε μαζέψει πολλά αξιώματα και παράσημα, έμελε να μείνει στη ιστορία ως νονός της βόμβας.

Ναι, αυτό το απλό πολεμικό μέσο είχε ένα ηρωικό ξεκίνημα. Οι άνθρωποι που το επινόησαν και το χρησιμοποίησαν για αντίσταση σε μία απρόκλητη και ανέντιμη κατακτητική επίθεση, δεν θα μπορούσαν να προβλέψουν πως θα γινόταν όπλο  θρασύδειλων επαναστατών της δεκάρας. Και πως κάποια στιγμή, στη μακρινή Αθήνα, θα έπνιγε με τις αναθυμιάσεις του τρεις νέους εργαζόμενους και ένα αγέννητο βρέφος.