Την περασμένα εβδομάδα σε πολλά blog κυκλοφόρησε ένα κείμενο (νομίζω πως ξεκίνησε από το «Βαρόμετρο») με τίτλο «Σκότωσε τον Νίκο Δήμου που κρύβεις μέσα σου!». Ξεκινούσε ως εξής:
«Παλιά που έπαιρνα το RAM μου έκανε εντύπωση η στήλη του Νίκου Δήμου. Ο συγκεκριμένος αρθρογράφος λοιπόν τα έβαζε συνεχώς με το κράτος και τους δημοσίους υπαλλήλους (ίσως το πιο αγαπημένο του topic), με τους εργαζόμενους εταιρειών και καταστημάτων, με την ποιότητα των προϊόντων και των υπηρεσιών, που δεν τον κάλυπταν ποτέ και με καμιά Παναγία. ΚΑΝΕΝΑΣ και ΤΙΠΟΤΑ δεν ήταν σε θέση να ικανοποιήσει τον Νίκο Δήμου.
Βλέπεις ο φιλελεύθερος αστός δεν σηκώνει μύγα στο σπαθί του. Τα θέλει όλα τέλεια όπως το τέλειο τίποτα που έχει πλάσει στο μυαλό του».
Το κείμενο συνέχιζε με δριμεία κριτική προς την «απεχθέστατη τάξη των νοικοκυραίων».
Όπως τα blog αναπαράγονται και αντιγράφονται, η ανάρτηση διαδόθηκε και μου ήρθαν πολλές διευθύνσεις από γνωστούς και φίλους.
Ομολογώ πως κολακεύτηκα. Πρέπει να είμαι σημαντικός για να γίνομαι τίτλος και σύμβολο μίας ολόκληρης τάξης (έστω και απεχθούς για μερικούς).
Σε δεύτερη σκέψη όμως τρόμαξα. Όχι – δεν φοβήθηκα για τη ζωή μου. Τρόμαξα γιατί κατάλαβα πως αυτή η λογική είναι που μας οδήγησε στην κρίση και την χρεοκοπία. Η «απεχθέστατη τάξη των νοικοκυραίων», (δηλαδή των αστών – που τόσο θαύμαζε ο Μαρξ) ήταν παραγωγική, δημιουργική, κρατούσε σωστούς λογαριασμούς, δεν άπλωνε τα πόδια έξω από το πάπλωμα. Είχε κανόνες και αξίες που τις ακυρώσαμε χωρίς να τις αντικαταστήσουμε.
Αυτό που μας συνέβη είναι ακριβώς πως σκοτώσαμε τον Δήμου μέσα μας. Το έχουμε κάνει από καιρό. Δηλαδή σκοτώσαμε την απαίτηση για ποιότητα, αποτελεσματικότητα, ικανότητα και εντιμότητα. Συμβιβαστήκαμε με τη μετριότητα, την αναξιοκρατία, τη λούφα – αλλά και τη δοσοληψία, τη διαπλοκή, τη διαφθορά. Και φτάσαμε στον πάτο.
Χωρίς να το καταλάβει, ο ανώνυμος συγγραφέας του ιστολογίου είπε μία τεράστια αλήθεια – μόνο που ήταν αντίστροφη! Δεν θα μπορούσα να βρω καλύτερη ανάλυση για την κατάντια μας…