Θα μπορούσε να είναι μυθιστόρημα του Μπαλζάκ. «Άνοδος και πτώση», το αγαπημένο θέμα των αφηγήσεων του 19ου αιώνα.
Ο εικοσιεπτάχρονος νέος που γνώρισα στις αρχές της δεκαετίας του 80 έμοιαζε αγαπημένος των θεών. Γόνος μεγαλοαστικής οικογένειας, όμορφος, πανέξυπνος, με γερές σπουδές φιλοσοφίας σε Ιταλία και Γαλλία. Έβλεπα σε αυτόν, τον είκοσι χρόνια νεότερο, το είδωλο του νέου μου εαυτού.
Μαζί με άλλους φίλους φτιάξαμε τον ΟΚΕΣ (Όμιλο Κριτικής Επιστημονικής Σκέψης) και κάναμε ατέρμονες φιλοσοφικούς διαλόγους. Όπως στο επίγραμμα του Καλλίμαχου: «Δάκρυσα, όταν θυμήθηκα πόσες φορές οι δυο μας, με την συζήτηση, στείλαμε τον ήλιο στην δύση του» (‘Ηλιον εν λέσχη κατεδύσαμεν).
Τα άλλα μέλη του ΟΚΕΣ είναι τώρα ακαδημαϊκοί, καθηγητές πανεπιστημίων, επιφανείς διανοούμενοι. Εκείνος είναι φυλακή. Διέγραψε μία τροχιά διάττοντος αστέρος και λαμπερός, έπεσε.
Λέκτορας, αναπληρωτής καθηγητής, τακτικός καθηγητής, πρύτανης. Τα πρωτοχρονιάτικα πάρτι του άφησαν εποχή. Όλη η Αθήνα ήταν εκεί: Πολιτικοί, διανοούμενοι, καθηγητές, καλλιτέχνες, συγγραφείς. Όλοι τον φθονούσαν: για το έργο, τις κατακτήσεις, την σταδιοδρομία του.
Το πρώτο πλήγμα ήταν η υγεία του. Πολύ νέος κούρασε τον οργανισμό του από την έντονη ζωή που πυρετικά ζούσε. Έκαιγε το κερί κι από τις δύο άκρες - λες και ήξερε πως ο χρόνος του ήταν λίγος. Στα σαράντα πέντε του είχε ήδη καταστρέψει το ήπαρ του.
Μετά ήρθε το σκάνδαλο του Παντείου. Είχαν γίνει τεράστιες ατασθαλίες. Δεν πιστεύω ότι ωφελήθηκε προσωπικά – άλλωστε ούτε αποδείχθηκε κάτι τέτοιο. Αλλά μαζί με τους άλλους πρυτάνεις ήταν υπεύθυνος. Είχε κι αυτός υπογράψει ό,τι χαρτιά του παρουσίαζε η μαφία του λογιστηρίου.
Οι ποινές ήταν εξοντωτικές – η δική του ασύλληπτη. 25 χρόνια κάθειρξη! Ούτε δολοφόνος. Και χωρίς αναστολή.
Οι άλλοι δύο πρυτάνεις, υγιέστατοι, κυκλοφορούν ελεύθεροι. Χουντικοί, τρομοκράτες, δολοφόνοι, αποφυλακίζονται για «ανήκεστο βλάβη». Αυτόν, βαρύτατα ασθενή, μία ανάλγητη δικαιοσύνη τον κρατάει έγκλειστο.
Πέρασα τις γιορτές αναλογιζόμενος την παράξενη μοίρα του Αιμίλιου Μεταξόπουλου.