(Μαθητική Έκθεση)
Σήμερα θα γράψω για τον Μπούφο.
Ο Μπούφος είναι ένα πουλί άχαρο και χαζό. Τα μάτια του είναι, μεγάλα σαν να φοράει παχιά γυαλιά (με φακούς που μοιάζουν πάτοι μπουκαλιών).
Ο Μπούφος ανήκει στην ίδια οικογένεια με την κουκουβάγια άλλα δεν πήρε τίποτε από το πουλί της σοφίας. Η μόνη του σχέση είναι ότι κομίζει συνεχώς γλαύκες στην Αθήνα.
Ο Μπούφος κάθεται ώρες, μέρες, χρόνια ακίνητος και σιωπηλός, με το στόμα ανοιχτό. Τα μικρά πουλιά δεν τον προσέχουν και πέφτουν κατευθείαν μέσα στο στόμα του. (“Του μπούφ' το π'λί”, λέει ο λαός). Έτσι αναπάντεχα του έρχεται η τροφή — όπως και άλλα πράγματα, που μήτε τα περιμένει μήτε τα αξίζει.
Ο Μπούφος έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του. Γι' αυτό είναι πάντα επίσημος, σοβαρός και βαρύγδουπος. Πιστεύει πως είναι σπουδαίος. (Επειδή κάποια μέρα του έπεσε “του μπούφ' το π'λί”, νομίζει πως το 'πιάσε μόνος του...). Όπως είπε ο δάσκαλος, το εμβριθές και βαθυστόχαστο ύφος τονίζει, περισσότερο τη βλακεία του.
Να γιατί η λέξη μπούφος τώρα σημαίνει κουτός.
Ο Μπούφος δεν γελάει ποτέ — κι όταν γελάνε όλοι, αυτός κοιτάει με τρόπο αμήχανο, αυστηρό και ξινισμένο. Πάντα υποπτεύεται πως γελάνε μαζί του — σαν όλους τους βλάκες είναι κομπλεξικός και καχύποπτος.
Ο Μπούφος είναι περήφανος για την καταγωγή του: θεωρεί ότι είναι απόγονος των “από τριών χιλιάδων ετών μπούφων” — και μεγαλοπιάνεται σαν μπατζανάκης της κουκουβάγιας. Έτσι του κόλλησε και το δασκαλίκι — όπου πάει δίνει συμβουλές.
Ο Μπούφος είναι άσκημος. Η μύτη του είναι γρυπή, σαν ράμφος, το στόμα του χωρίς χείλια, τα μάτια του ανέκφραστα, η φωνή του οξεία, μονότονη και διαπεραστική.
Ο Μπούφος, επιστημονικά, λέγεται “Βύας ο Κοινός”. (Καμία σχέση με τον Βία, τον αρχαίο σοφό, που είπε “νόει το πραττόμενον”. Τούτο δω, το χοντρό πουλί, μάτια μου, δεν νοεί τίποτα! Στενοκέφαλο, μικρονοϊκό !). Άλλωστε δεν είναι τόσο κοινός — όσο κοινότοπος.
Εκτός από τον Βύα τον Κοινό, υπάρχει και ο Βύας ο Μέγας. Αλλά όλοι οι Μπούφοι νομίζουν πως ανήκουν σ' αυτή την κατηγορία. Είτε είναι μικροί — είτε και ελάχιστοι.
Ως Μέγας, ο Μπούφος αγαπάει τις διακρίσεις. Κάθεται στο πιο ψηλό κλαδί κορδωμένος σαν να κατάπιε μπαστούνι. Όμως δεν προσέχει πάντα που κάθεται. Καμιά φορά, το κλαδί δεν τον αντέχει, και γκρεμοτσακίζεται.
Στη Ζωολογία, μας είπαν για τον Μπούφο ότι τρώει ποντίκια. Γι' αυτό και το ποντίκι δεν τον αγαπά.
Το διεθνές επιστημονικό όνομα του Μπούφου είναι Bubo Bubo. (Μπούμπο-Μπούμπο). Λένε πως εκφράζει τον θόρυβο που κάνει όταν χτυπάει το κεφάλι του στον τοίχο. Ανήκει στην οικογένεια strigidae. (Στρίγγλικα πράγματα!). Στην Αμερική τον λένε κερατωμένη κουκουβάγια. (Horned Owl).
Έτσι φαίνεται καταντάει το πουλί της Αθήνας, όταν το κερατώσουν.
Ο Μπούφος είναι τεμπέλης και δεν πολυκουράζεται. Οι οικολόγοι ισχυρίζονται πως είναι χρήσιμος όταν ζει στην έξοχη — αλλά, μέσα στην πόλη, ενοχλεί χωρίς να προσφέρει τίποτα. Εκτός από παραινέσεις και χρηστομάθειες.
Οι Ιταλοί λένε Μπούφο τον γελωτοποιό — έχουνε και την Όπερα Μπούφα. Εμείς δεν έχουμε Όπερα Μπούφα, έχουμε όμως κάτι καλύτερο: “Ο πέρα βρέχει Μπούφος”.
Ο Μπούφος προτιμάει να κουρνιάζει στα χαλάσματα και στα μοναστήρια.
Ο Μπούφος είναι, τόσο κουτός, που εξοργίζει όλα τα ζώα του δάσους. Όπως λέει ο μπαμπάς μου, το να είσαι, βλάκας είναι, κακό. Το να είσαι, και βλάκας και πεισματάρης είναι, δέκα φορές χειρότερο.
Και το να είσαι βλάκας, πεισματάρης και αναίσθητος — ε! αυτό δεν περιγράφεται.
Του Μπούφου του αρέσει να τον φωτογραφίζουν. Αν πας να φωτογραφίσεις άλλα πουλιά, φεύγουν. Αυτός κάθεται ακίνητος και μπορείς να τον φωτογραφίσεις.
Πολύ συχνά, ο Μπούφος γίνεται κακός. Ο θείος μου λέει πως και αυτό το κάνει από βλακεία. Οι βλάκες είναι κακοί, διότι η καλοσύνη θέλει σοφία, γνώση κι εξυπνάδα.
Αν σου προκύψει Μπούφος στη ζωή σου, ατύχησες. Δεν φεύγει με τίποτα. Κάθεται εκεί, ακίνητος, με το στόμα ανοιχτό, περιμένοντας να πέσουν και άλλα πουλιά. “Βρε ξου”, του λένε, “ξου”! Κάνει πως δεν καταλαβαίνει.
Εγώ Μπούφο δεν έχω δει ποτέ μου — παρά μόνο στην τηλεόραση. Ο μπαμπάς μου, όταν τον βλέπει στο γυαλί, με γουρλωμένα μάτια, κλείνει αμέσως την τηλεόραση.
Αυτά ήξερα για τον Μπούφο. Την άλλη φορά θα γράψω για άλλο ζώο.
1.2.1987