Όταν οι ιστορικοί του μέλλοντος θα ζωγραφίζουν το χάρτη του παρόντος, θα κάνουν ορατό το παράδοξο. Σε μια υφήλιο κατακερματισμένη, σε έναν κόσμο κομματιασμένο, γεμάτο μίση, πολέμους, τυραννίες, δεσποτείες, θα ξεχωρίζει μια περιοχή ειρήνης, συνεργασίας, δημοκρατίας. “Εκεί”, θα λένε οι μελετητές, “ξεκίνησε το μέλλον”.
Η σημερινή δυτική Ευρώπη δεν είναι απλώς παράδοξο — είναι σκάνδαλο! Μπορεί η συνήθεια να έχει αμβλύνει την αίσθησή μας, μπορεί η δημοκρατία και η ελευθερία, η συνεννόηση και η επικοινωνία να μας φαίνονται αυτονόητες — αλλά μια ματιά στον υπόλοιπο κόσμο θα μας δείξει την αβυσσαλέα διαφορά. Έξω από τη δυτική Ευρώπη είναι ζήτημα αν βρίσκονται δέκα χώρες με αδιάβλητες εκλογές και ελεύθερο Τύπο. Όσο για πραγματικά ισότιμη συνεργασία, δεν υπάρχει πουθενά: οι διάφορες συμμαχίες είναι λεόντειες εταιρείες, όπου ο δυνατός ελέγχει τους άλλους.
Πού αλλού συμβαίνει η μικρή Ιρλανδία (ή η Ελλάδα) να έχει, ισότιμη φωνή με τη Γερμανία; Πού αλλού γίνεται, χώρες με διαφορετική παράδοση, γλώσσα, θρησκεία, με άνισα βιοτικά επίπεδα να συνεργάζονται όχι μόνο οικονομικά, διοικητικά και νομικά, αλλά και επιστημονικά και πολιτιστικά; Πού αλλού οι πλούσιες χώρες βοηθάνε τις φτωχές εισφέροντας δισεκατομμύρια για προγράμματα ανάπτυξης;
Ξέρω, η εικόνα παραείναι ειδυλλιακή — και ξυπνάει μέσα σας τον πειρασμό της γκρίνιας. Και σίγουρα δεν θα έχετε άδικο — η ΕΟΚ έχει πολλά τρωτά. Αλλά σε σχέση με τον υπόλοιπο κόσμο είναι όαση, μια νησίδα πολιτισμού, μια ελπίδα μέλλοντος. Ας γιορτάσουμε λοιπόν τα τριάντα χρόνια της, χωρίς μικρότητες και μεμψιμοιρίες, ίσως αποδειχθεί πως η 25η Μαρτίου του 1957 ήταν η σημαντικότερη ημερομηνία της σύγχρονης Ιστορίας. Η ταπεινή απαρχή των Ενωμένων Πολιτειών της Γης.
Είναι σπουδαίο που γιορτάζουμε αυτά τα γενέθλια, όχι σαν ζηλόφθονοι παρατηρητές αλλά σαν μέλη της οικογένειας ! Κι ας μην έχουμε ακόμα καταλάβει τη σημασία αυτής της ένταξης. Κι ας τη χρωστάμε περισσότερο στον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη (και στο πείσμα του Κωνσταντίνου Καραμανλή) και λιγότερο στις σημερινές μας επιδόσεις. Σιγά-σιγά, όλο και περισσότεροι Έλληνες συνειδητοποιούν τι θα πει να είσαι Ευρωπαίος. Και κατανοούν πως οι αντιρρησίες δεν ήταν αυτοί που ήθελαν να σώσουν την ανεξαρτησία μας — αλλά, αντίθετα, εκείνοι που αποσκοπούσαν στην αλλοτρίωση μας.
Γιατί, το να είσαι Ευρωπαίος, σημαίνει να είσαι εσύ — στην ιδιαιτερότητα σου. Δεν υπάρχει ευρωπαϊκή εθνότητα — ούτε κανείς την επιζητεί. Η ιδιότητα του Ευρωπαίου δεν επιτυγχάνεται με την άρση της εθνικής ταυτότητας — αλλά με την εμβάθυνση στην εθνική ταυτότητα. Όσο πιο Γάλλος είναι ένας Γάλλος τόσο πιο Ευρωπαίος γίνεται. Το ίδιο κι ο Έλληνας. Η Ευρώπη είναι η αποθέωση της διαφοράς, η δοξολόγηση της δυνατότητας να είσαι διαφορετικός.
Αυτή η πολυμέρεια, η πολυμορφία, αν είναι η αδυναμία της, είναι και η υψίστη δύναμη της. Προσέχει όχι μόνο τα έθνη, αλλά και τις μειονότητες μέσα στα έθνη, και τους μετανάστες, και τους μέτοικους. Καλλιεργεί τις ξεχασμένες γλώσσες, ενισχύει τις χαμένες παραδόσεις. Δίνει μαθήματα ανεκτικότητας σε έναν κόσμο μισαλλοδοξίας. Οι διαφορές την πλουτίζουν, τη γονιμοποιούν, την ερεθίζουν δημιουργικά. Αν υπάρχει ελπίδα στο μέλλον για έναν κόσμο ενωμένο αλλά όχι ενιαίο, η Ευρώπη δείχνει το δρόμο.
Το έχω ξαναγράψει — πάνε χρόνια: οδεύοντας προς την Ευρώπη, οδοιπορούμε προς τον πραγματικό μας εαυτό. Σκεφθείτε: οι Έλληνες που διαμόρφωσαν τη σημερινή ελληνική πνευματική ταυτότητα, στη Δύση έμαθαν να σκέπτονται και να δημιουργούν. Από τον Ρήγα, τον Κοραή, τον Σολωμό, τον Κάλβο, μέχρι τον Ψυχάρη, τον Χρηστομάνο, τον Αποστολάκη, τον Φώτο Πολίτη — και πιο κάτω ως τον Παρθένη, τον Σκαλκώτα, τον Πικιώνη και τον Σεφέρη. Όλους αυτούς η Δύση τους έκανε πιο Έλληνες, πιο συνειδητά, ουσιαστικά Ρωμιούς. Η Δύση ξέθαψε και τους αρχαίους και τα αρχαία μας (κι αν πήρε μερικά, άφησε πολύ περισσότερα), εκείνη ανακάλυψε και φώτισε το Βυζάντιο, όταν εμείς το είχαμε απαρνηθεί. Ως και τον Θεόφιλο, η ευρωπαϊκή ευαισθησία του Teriade τον ανακάλυψε.
Ακόμα και η άρνηση της Δύσης προϋποθέτει τη Δύση. Μόνο μέσα σε ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον ελευθερίας μπορείς να επαναστατήσεις εναντίον των πάντων: της εκμετάλλευσης (όπως ο Marx), του συνειδητού (όπως ο Freud), του σύμπαντος (ο Einstein), της λογικής (οι υπερρεαλιστές), της αλλοτρίωσης (οι υπαρξιστές), του παράλογου (ο Beckett), της κριτικής (η “νέα κριτική”). Μπορείς να αρνηθείς ακόμα και την Ευρώπη — φθάνει να είσαι εκεί. Γιατί μόνον αυτή σου παρέχει την ελευθερία να το κάνεις.
Ας χαρούμε λοιπόν, που, σε δύσκολους καιρούς, συμμετέχουμε (έστω και άθελα μας, μερικοί) σε ένα έργο πολύ μεγαλύτερο από τη μικρή μας ύπαρξη. Κι ας ευχηθούμε; το μέλλον, αν υπάρξει, να είναι ευρωπαϊκό.
29.3.1987