Όποιος γράφει σε περιοδικό αυτοκινήτου έχει περάσει πολλές φορές από αυτό το λούκι. Κι άλλες τόσες έχει βλαστημήσει την ώρα και την στιγμή.
Πρόκειται για την στάνταρ ερώτηση, γνωστών, φίλων, συγγενών, γνωστών γνωστών, γνωστών συγγενών κλπ., κλπ. : "Εσύ που ξέρεις - για πες: τι αυτοκίνητο να αγοράσω;"
Που αυτές τις μέρες, λόγω δέκατου τρίτου μισθού (χρήσιμος για προκαταβολή ή συμπλήρωμα), είναι πάλι επίκαιρη.
Στην πιο ωραία μορφή της η ερώτηση γίνεται μέσω τρίτων και εμπλέκεται με το γνωστό παιχνίδι "το σπασμένο τηλέφωνο" με άκρως εκνευριστικό αποτέλεσμα.
Π. χ. ρωτάει την γυναίκα μου κάποιος συνάδελφός της: "Εσένα ο άντρας σου είναι ειδικός. Δεν τον ρωτάς τι αυτοκίνητο να πάρω;"
Όταν μου έρχεται σκέτη αυτή η ερώτηση, η απάντησή μου είναι πάντα η ίδια, απλή και μονολεκτική: "Πόρσε".
Γιατί Πόρσε; Διότι για να μην θέτει κανείς περιορισμούς (έχω οικογένεια, έχω τόσα χρήματα, το θέλω μόνο για την πόλη) θα πει ότι μπορεί να αγοράσει το καλύτερο. Ε, λοιπόν, αυτό του προτείνω.
Αφού ξεπεραστεί αυτό το αστείο, αρχίζει το (πάλι μέσω τρίτων) ξεκαθάρισμα των αναγκών και των δυνατοτήτων του αγοραστή. Πόσα χρήματα μπορεί και θέλει να διαθέσει, που θα το χρησιμοποιεί, πόσους (συνήθως) θα μεταφέρει, τι ειδικές ανάγκες έχει (π. χ. σκι, κυνήγι, σέρφινγκ, τραίηλερ) για να προτείνω μερικές εναλλακτικές λύσεις.
Τότε έρχονται οι πρώτες απαντήσεις: "Μα όλα όσα του πρότεινες είναι Γιαπωνέζικα και Κορεάτικα - και ο άνθρωπος δεν χωνεύει τα Άπω-ανατολικά αυτοκίνητα". (Εγώ αυτό που να το ξέρω;).
Ή: "Καλά είναι τα τετρακίνητα που του συστήνεις, αλλά θέλει να μάθει τι γνώμη έχεις για το Range Rover;". (Ο άνθρωπος είχε πει πως δεν θέλει να ξοδέψει πάνω από τριάντα χιλιάδες ευρώ - και ρωτάει για το Range Rover! Ούτε Freelander δεν αγοράζει με αυτά τα λεφτά).
Και το αμίμητο (ελέχθη, πραγματικά). "Το ξανασκέφθηκε και λέει να μην πάρει πολυμορφικό. Με αυτά τα λεφτά, τι του υποδεικνύεις σε κάμπριο;".
Είναι απίθανο το τι κυμαινόμενες αντιλήψεις έχουν μερικοί άνθρωποι για τις ίδιες τους τις ανάγκες. Το τι προκαταλήψεις και στερεότυπα κουβαλάνε μαζί τους. Το πόσο εύκολα αλλάζουν στάση και προτίμηση.
Αλλά κυρίως το πόσο ελαστικοί είναι στα οικονομικά μεγέθη. Ο Ρωμιός πάει στην έκθεση για να αγοράσει ένα αυτοκίνητο των είκοσι χιλιάδων ευρώ και βγαίνει έχοντας κλείσει ένα των τριάντα. ("Αφού μου ζήτησαν την ίδια προκαταβολή!" μου δικαιολογήθηκε κάποιος). Κανείς δεν αγοράζει εδώ τις βασικές εκδόσεις - όλοι θέλουν "το αμάξι φουλ έξτρα". Σαν τα τσιγάρα μας, όπου σχεδόν όλες οι μάρκες είναι υπερπολυτελείας.
Αυτό είναι κάτι που χαρακτηρίζει εντυπωσιακά την νεοελληνική πραγματικότητα. Στο εξωτερικό οι αγοραστές έχουν τόσο παγιωμένες τοποθετήσεις στα οικονομικά που μπορεί να περιμένουν τρεις μήνες προκειμένου να πάρουν ακριβώς το μοντέλο που θέλουν - έστω κι αν υπάρχει ένα ετοιμοπαράδοτο που στοιχίζει τριακόσια ευρώ παραπάνω λόγω κάποιου έξτρα.
Αλλά το πιο απογοητευτικό σε όλη αυτή τη διαδικασία των συμβουλών και της επιλογής, είναι το τελικό αποτέλεσμα. Μετά από εμπειρίες πολλών ετών έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ο αγοραστής μέσα του έχει ήδη αποφασίσει τι αμάξι θέλει και ρωτάει μόνο και μόνο μήπως και επιβεβαιώσει την επιλογή του. Αλλιώς δεν μπορώ να εξηγήσω πως, ύστερα από τόσες αναλύσεις και επιχειρηματολογίες, τεχνολογικές διαπιστώσεις και στατιστικές δοκιμών, πάει και αγοράζει ένα εντελώς άσχετο αυτοκίνητο, που δεν είχε καν συζητηθεί.
Τα αποκορύφωμα ήταν ένας γνωστός, που τον έστειλα συστημένο σε αντιπροσωπεία για να πάρει ένα συγκεκριμένο μοντέλο - και αγόρασε ένα άλλο, πολύ μεγαλύτερο, της ίδιας μάρκας που είχε πάψει να κυκλοφορεί εδώ και μήνες. (Τους είχαν ξεμείνει κάτι κομμάτια). Όταν τους πήρα να διαμαρτυρηθώ γιατί τύλιξαν τον άνθρωπο και του φόρεσαν το ληγμένο, μου απάντησαν με αγανάκτηση πως ούτε του το σύστησαν, ούτε ήθελαν να του το δώσουν - και επιπλέον του επεσήμαναν ότι είναι παλιό μοντέλο. Όμως εκείνος επέμενε μέχρι τέλους.
"Γιατί μωρέ;" τον ρώτησα μετά.
"Είχε τόσο ωραία νίκελ!" μου απάντησε.
Αν ξανασυμβουλέψω άνθρωπο…