ΤΕΣΣΕΡΑ-ΠΕΝΤΕ μαζί, κανελιά και μαύρα, κουλουριασμένα κοντά-κοντά για ζεστασιά. Εκεί, στο χαλάκι, μπροστά στην υπερμοντέρνα αυτόματη πόρτα. Ψωραλέα, σκελετωμένα, δεν έχουν την δύναμη ούτε να σηκωθούν για να παραμερίσουν. Ο επισκέπτης πρέπει να τα δρασκελίσει ή να τα παρακάμψει.
Τα σκυλιά της Παλλήνης. 'Ο,τι απέμεινε από την αυτοκρατορία Κοσκωτά.
Μέσα, το καλλιμάρμαρο κτίριο σε αποσύνθεση. Η μεγαλόπρεπη σκάλα δεν έχει ράμπα. Οι ανελκυστήρες νεκροί. Τα πολυτελή γραφεία με τον υπερσύγχρονο εξοπλισμό, που με οίηση και υπερηφάνεια κάποτε επεδείκνυε ο Έλλην Μπερλουσκόνι (ριμάρει με το "μπαλόνι" και το "ξεφουσκώνει") είναι άδεια.
Αν η υπόθεση ήταν σενάριο θα το κατακεραύνωνε η κριτική. Τι απίθανο μελόδραμα! Πρωθυπουργοί, αντιπρόεδροι, τραπεζίτες, μεγαλο- και μικρο-εκδότες, κοριοί, τρομοκράτες, κοινοβούλια, εξεταστικές επιτροπές, παραπομπές, καρδιακές προσβολές και δολοφονίες, Ντέταρι και Σαλιαρέλης, φυλακές και κλοπές αεροπλάνων, κασέτες και λογαριασμοί στην Ελβετία. Παλαβά πράγματα!
Ούτε στα πιο φιλόδοξα όνειρά του δεν θα φανταζόταν ο δειλός, παχουλός ανθρωπάκος, ότι θα έφερνε τέτοια αναστάτωση και θα γνώριζε τόση (έστω και αρνητική) δόξα. Κι ακόμα δεν τελειώσαμε. Το σήριαλ έχει κι άλλα επεισόδια.
ΔΕΙΛΟΣ; Εμένα, έτσι μου φάνηκε. Τον είχα συναντήσει τρεις φορές στις αρχές του 1986. Μου πρότεινε να αναλάβω το περιοδικό "Τέταρτο" όταν θα αποχωρούσε ο Μάνος Χατζιδάκις.
Στο γραφείο του παράσταινε (όχι πολύ πειστικά) τον boss. Έξω από αυτό, κοινωνικά, ήταν ένας μαζεμένος άνθρωπος, ολίγον επαρχιώτης ή ομογενής, που δεν ένοιωθε πολύ άνετα στο πετσί του. Μιλούσε ελάχιστα - και δεν έλεγε τίποτα. Άχρωμος, άοσμος και ανύπαρκτος. Το μόνο που θυμάμαι - το είπε πολλές φορές - πως δεν ήθελε να ενοχλήσει, να θίξει, ή να προκαλέσει.
Δεν δέχθηκα τις προτάσεις του. Όχι από προφητική διαίσθηση. Δεν με έπεισε. Μου φάνηκε (και μου φαίνεται ακόμα) πολύ "ολίγος" γι αυτά που έκανε και γι αυτά που ήθελε να κάνει. Υπέθεσα πως κάποιους (ή κάτι) κρύβει. Κι αρνήθηκα.
ΤΙ ΕΓΙΝΕ και ο δειλός παχουλός μεταμορφώθηκε σε δυναμιτιστή των πάντων; Πως αυτός, που δεν ήθελε να ενοχλήσει κανέναν, προκάλεσε τόσους πολλούς; Αφήνω αυτή την ερώτηση για τον μελλοντικό ερευνητή. Άλλωστε, το θέμα μου δεν είναι ο Κοσκωτάς, αλλά η Ελλάδα και τα σκυλιά της Παλλήνης.
Γύρω από το κτίριο γραφείων, μπάζα και σκόρπια υλικά - μισοτελειωμένα σχέδια, μισογκρεμισμένες προθέσεις. Κομμάτια από ένα όνειρο που γύρισε σε εφιάλτη δέκα εκατομμυρίων ανθρώπων.
Όλοι είχαν το όνειρο. (Ποιος δεν ζήλεψε την δόξα του Κοσκωτά στα πάνω του; Ο αναμάρτητος ας μιλήσει...) Γι αυτό και όλοι εισέπραξαν τον εφιάλτη.
Τώρα η Ελλάδα ολόκληρη θυμίζει το μισοτελειωμένο, μισογκρεμισμένο εργοτάξιο της Παλλήνης. Τα σκυλιά - μόνιμοι κάτοικοι - πεινάνε και κρυώνουν και αλυχτάνε τις νύχτες.
ΤΙ ΤΡΑΥΜΑ στο εθνικό υποσυνείδητο! Τι κακό ξύπνημα μετά από την ονειρική ευωχία του Καραγκιόζη! Όχι βαρυστομαχιά - ανεμογκάστρι.
Πληρώνουμε ακριβά τους μύθους μας. (Χιλιετίες οι Έλληνες, μυθομανείς και μυθοεξαρτώμενοι. Η εθνική μας πρέζα!) Ο μύθος του Μεσσία. Ο μύθος του Κροίσου.
Ο Μεσσίας, κουρασμένος, γερασμένος, προσπαθεί ακόμα να μαγέψει περιστέρια μέσα από το άδειο καπέλο. Κι ο Κροίσος κρατάει γερά τα κάγκελα της φυλακής, μην του φύγουν.
ΚΑΠΟΙΟΣ πρέπει να φροντίσει τα αδέσποτα της Παλλήνης. (Δεν εννοώ απαραίτητα φιλοζωικές "ευθανασίες"!) Κάποιος πρέπει να φροντίσει κι αυτόν τον αδέσποτο λαό. Που γυρεύει δεσπότες, όπως τα σκυλιά ονειρεύονται αφεντικό. Που ακολουθεί, κουνώντας πρόθυμα την ουρά του, όποιον του υποσχεθεί θαλπωρή και φροντίδα. Και που ξυπνάει μετά παγωμένος, νηστικός, αδέσποτος, "πάντοτ' ευκολοπίστευτος και πάντα προδομένος".
28. 10. 1989