Κρατούσε μία τεράστια δερμάτινη τσάντα. Ήταν μεγαλόσωμος και επιβλητικός, με μεγάλο μουστάκι.
"Είμαι ο κυρίαρχος λαός", είπε.
Στην εφημερίδα έρχονται κάθε είδους παράφρονες, σκέφθηκα. Ιδού άλλος ένας.
"Μπορώ να καθίσω;" ρώτησε. Πριν απαντήσω, αποφάσισε μόνος του: "Καλύτερα όχι".
Με ατένισε κατάματα: "'Ήρθα να σας πω πως δεν υπάρχω", είπε αποφασιστικά.
Πρέπει να ζωγραφίστηκε κατάπληξη στο πρόσωπό μου, γιατί βιάστηκε να συμπληρώσει: "...πως δεν υπάρχω, όπως με παρουσιάζουν τις τελευταίες μέρες." Παύση. "Ίσως να μην υπάρχω και καθόλου," πρόσθεσε. "Είμαι, άλλωστε, μία αφαίρεση."
"Αποτελούμαι από οκτώ εκατομμύρια διαφορετικούς ανθρώπους!" συνέχισε. "Όλοι όσοι με προσωποποιούν, με προδίδουν. Τι γράφετε στις εφημερίδες σας; 'Ο λαός μίλησε.' 'Ο λαός ζητάει.' 'Ο λαός θέλει συναίνεση.'(Σοβαρά;) 'Ο λαός δεν θέλει αυτοδυναμία.' Μα πές' τε μου - δεν ήθελαν οι ψηφοφόροι της Νέας Δημοκρατίας αυτοδυναμία; 'Η οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ; Κι όταν το 87% θέλει αυτοδυναμία, ποιος είναι αυτός ο άλλος 'λαός' που δεν την ήθελε;"
"Ίσως η συνάρτηση όλων - το σύνολο" είπα.
"Μα δεν υπάρχει αυτό το σύνολο! Ούτε ο μέσος όρος του. Τι άλλωστε θα ήταν αυτός - λίγο κυρία από το Κολωνάκι, λίγο βλάχος από τα Τζουμέρκα, ένα μέρος διανοούμενος Θεσσαλονικιός και ένας φαναρτζής στην Καλαμάτα; Υπάρχει τέτοιος τραγέλαφος;"
Σκέφθηκα να του πω για την "γενική θέληση" και την "θέληση όλων" του Ρουσσώ (αυτός μας άνοιξε τις πληγές!) αλλά δεν πρόλαβα.
"Με έχουν κατακλύσει τα επίθετα," συνέχισε ο επισκέπτης μου. "Ο λαός είναι ανώριμος. Ο λαός είναι σοφός. Είναι επιπόλαιος. Είναι αλάνθαστος. Είναι αδαής. Eίναι προικισμένος με αισθητήριο. Είναι παράφρων!"
Είχε αρχίσει να εξοργίζεται. Χτύπησε το τραπέζι με τη γροθιά του.
"Ε! λοιπόν ναι - είμαι όλα αυτά και τίποτα. Μέσα μου υπάρχουν έξυπνοι και κουτοί, ενήμεροι και αδαείς, έντιμοι και κλέφτες, εμπαθείς και ψύχραιμοι. Οκτώ εκατομμύρια εγγεγραμμένοι, διαλέξτε και πάρτε. Αλλά προς Θεού, όχι άλλους γενικούς χαρακτηρισμούς. Φτάνει πια!"
Eντωμεταξύ στο δωμάτιο είχαν εισδύσει αθόρυβα διάφορα περίεργα άτομα. Στέκονταν πίσω του σαν φόντο.
"Να σας συστήσω τους συντρόφους μου," είπε. "Ανύπαρκτοι κι αυτοί όπως κι εγώ - αλλά πολύ της μόδας τις τελευταίες ημέρες. Από εδώ," έδειξε μία μαυροφόρα, ξερακιανή, σουβλομύτα, "η Κοινή Γνώμη. Παρ' όλο που την ψάχνουν και την ψηλαφούν συνεχώς, δεν είναι καθόλου κοινή γυναίκα."
"Χαίρω πολύ" έκανα.
"Εγώ καθόλου!" Είπε η Κοινή Γνώμη. "Όλοι εσείς που γράφετε στις εφημερίδες με βιάζετε καθημερινά. Μου βάζετε στο στόμα ό,τι σας βολεύει. 'Οι αντιδράσεις της Κοινής Γνώμης, οι απόψεις της Κοινής Γνώμης!' Πού τα βρίσκετε αυτά; Τουλάχιστον οι δημοσκόποι με ερευνούν κάπως, έστω κι αν δεν μ' αρέσουν τα ψαχουλέματα."
Φαινόταν σίγουρα πουριτανή.
Ο Κυρίαρχος Λαός έκανε στο πλάι για να φανερώσει ένα Πολύ Κοντό άτομο, (μάλλον γυναίκα). "Από εδώ η Κοινή Νοημοσύνη" είπε. "Ξέρετε αυτή που όλοι την υποβιβάζουν. Διολισθαίνει χειρότερα κι από την δραχμή. Υποβιβασμό στον υποβιβασμό μας βγήκε μπασμένη."
Η Νοημοσύνη υποκλίθηκε - όσο μπορούσε.
"Χάσαμε πολλούς συντρόφους τελευταία," είπε ο Κυρίαρχος Λαός. Ο πρώτος που εξαφανίστηκε ήταν το Εθνικόν Φρόνημα. Καλύτερα ίσως, τον έπιαναν κατά καιρούς παροξυσμοί κι έκανε ζημιές. Λένε ότι το' σκασε με την Εθνική Ομοψυχία. Αυτή μας λείπει περισσότερο."
Η Κοινή Γνώμη έκανε ένα μορφασμό.
"Επίσης", συνέχισε, "έχω πολύν καιρό να δω το Ελληνικόν Δαιμόνιον, το επονομαζόμενο και Δαιμόνιον της Φυλής. Μου είπαν πως διαπρέπει στο εξωτερικό. Ίσως. Εδώ δεν φάνηκε καθόλου. Όπως επίσης χάθηκε εντελώς το Ελληνικό Φιλότιμο."
"Ναι" τον διέκοψα. "Αυτό το διαπίστωσα κι εγώ τους τελευταίους μήνες."
"Αλλά πιο πολύ απ' όλα μας έχει στοιχίσει αγαπητέ μου κύριε" (εδώ έσπασε η φωνή του), "η εξαφάνιση ενός αξιόλογου συντρόφου μας: έχουμε απολέσει εντελώς τον Κοινό Νου. Τόσο πολύ που δεν θυμάμαι πια ούτε την θωριά του..."