Τι θα κάνουμε με την ομοιοπαθητική;

 

Ξεκίνησα την έρευνά μου με θετική διάθεση. Έχω κι ένα φίλο γιατρό που ασχολείται.  Έχουμε εδώ στην Ελλάδα και τον διεθνή πρύτανή της, τον συμπαθή κύριο Γιώργο Βυθούλκα, που κοντεύει να πείσει την ανθρωπότητα ότι είναι Νομπελίστας  (το βραβείο που του απενεμήθη δεν έχει καμία σχέση με το Νόμπελ – απλά κάποιος δημοσιογράφος το είχε αποκαλέσει ‘εναλλακτικό Νόμπελ’).

 

Πολύ θα ήθελα να πω καλά λόγια γι αυτή την αμφιλεγόμενη πρακτική. Όμως, παρόλη την καλή μου διάθεση, παρόλα τα συγγράμματα και τα άρθρα που διάβασα – δεν μπόρεσα να πεισθώ.

 

Όχι, η ομοιοπαθητική δεν είναι επιστήμη. Δεν ανταποκρίνεται σε κανένα ορισμό και σε κανένα κριτήριο από αυτά που ορίζουν την επιστημονική σκέψη και πρακτική.

Και είναι απόλυτα φυσικό: όταν διατυπώθηκε αυτή η θεωρία, το 1810, από τον Γερμανό Hahneman – δεν γνωρίζαμε ακόμα τίποτα από το πως κινούνται και δρουν οι νοσογόνοι παράγοντες. Ούτε τα μικρόβια είχαν ανακαλυφθεί, ούτε οι ιοί, ούτε οι βάκιλοι. Τα βακτηρίδια ανακαλύφθηκαν, ταξινομήθηκαν και συσχετίστηκαν με ασθένειες πολλά χρόνια μετά.

 

Ο Hahneman πήρε την συλλογιστική του από την συμπαθητική μαγεία. Εκεί, κάνεις ομοιοπαθητικές ενέργειες για να ξορκίσεις το κακό ή να το επιφέρεις. Ή λογική του στηρίζεται σε καθαρά μεταφυσικές προϋποθέσεις.

 

Οι ομοιοπαθητικοί ισχυρίζονται ότι τα φάρμακά τους λειτουργούν με βάση την ιπποκράτειο αρχή «διά τα όμοια νόσος γίνεται και διά τα όμοια προσφερόμενα εκ νοσευόντων υγιαίνονται» (δηλαδή: με αυτά που προκαλούν την νόσο, με τα ίδια την θεραπεύει). Ας αφήσουμε που κανείς πια δεν ασκεί την ιατρική του Ιπποκράτη, ακόμα και αυτή η πρακτική, ισχύει μόνο για το πρώτο χάπι της ομοιοπαθητικής θεραπείας. Τα υπόλοιπα χάπια (ένα κάθε μέρα) περιέχουν υποτίθεται την ίδια ουσία ή μίγμα με το πρώτο, αλλά σε πάρα πολύ μεγάλη αραίωση. Τόσο μεγάλη, που έρευνες έχουν δείξει ότι συνήθως περιέχουν κατά μέσο όρο δυο-τρία μόρια της αρχικής ουσίας, και σε μερικές περιπτώσεις κανένα! «Είναι το ίδιο σαν να πιεις ένα ποτήρι νερό» είπε στον Observer (26.12.2005) ο Edzard Ernst καθηγητής εναλλακτικής ιατρικής στο πανεπιστήμιο του Exeter.

 

Χαρακτηριστική είναι η έρευνα που δημοσιεύθηκε το περασμένο καλοκαίρι στο Lancet (in.gr 27.8.05). To συμπέρασμα της: οι ομοιοπαθητικές θεραπείες έχουν παραπλήσια δραστικότητα με τα ψευδοφάρμακα (placebo) τα οποία χορηγούνται στους ασθενείς για να τους κάνουν να νομίζουν ότι είναι καλύτερα.

 

Μάλιστα, το έγκριτο Lancet αναφέρει σε κύριο άρθρο που συνοδεύει τη σχετική έρευνα ότι ο χρόνος για περαιτέρω μελέτες έχει πια λήξει, οι γιατροί πρέπει να είναι ειλικρινείς με τους ασθενείς τους όσον αφορά την «έλλειψη ωφέλειας» της ομοιοπαθητικής.

 

Στην τελευταία αυτή μελέτη, οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Βέρνης στην Ελβετία, με επικεφαλής τον Ματίας Έγκερ, συνέκριναν κλινικές δοκιμές ομοιoπαθητικών φαρμάκων με συγκρίσιμες μελέτες της κλασσικής ιατρικής. Η ομάδα ανασκόπησε τη διεθνή βιβλιογραφία για το διάστημα 1995-2003 και εντόπισαν 110 έρευνες της ομοιοπαθητικής και 110 αντίστοιχες ιατρικές μελέτες.

 

Στη συνέχεια, χρησιμοποίησαν εξελιγμένα στατιστικά εργαλεία για να βαθμολογήσουν τα αποτελέσματα των μελετών όσον αφορά την αποτελεσματικότητα του δοκιμαζόμενου φαρμάκου. Όσες μελέτες έφεραν σκορ κάτω από 1,0 θεωρήθηκαν αποτελεσματικές, συγκρινόμενες με placebo.

 

Η γενική βαθμολογία υπολογίστηκε στο 0,96 για την ομοιοπαθητική και 0,67 για την κλασσική ιατρική, όπως αναφέρει το Reuters. Ο Δρ Έγκερ καταλήγει έτσι στο συμπέρασμα ότι τα αποτελέσματα δεν προσφέρουν: «καμία πειστική ένδειξη ότι η ομοιοπαθητική ήταν ανώτερη από το placebo, ενώ για τη συμβατική ιατρική παρέμενε ένα σημαντικό όφελος».

 

Αλλά και ο καθηγητής Ernst, που αναφέραμε πιο πάνω, έκανε δύο πειράματα. Στην μία περίπτωση χορήγησε σε μία ομάδα από εγχειρισμένους ασθενείς ένα κλασικό ομοιοπαθητικό φάρμακο, το βάμμα αρνικής, που υποτίθεται ότι θεραπεύει τα τραύματα. Στην άλλη ομάδα έδωσε ένα όμοιο ψευτο-placebo. Ήταν τυφλό τεστ – οι ασθενείς, αλλά και οι γιατροί δεν γνώριζαν ποιος έπαιρνε τι. Δεν υπήρξε καμία διαφορά στην αποθεραπεία των τραυμάτων.

 

Σε μία άλλη μελέτη ανέθεσε σε πέντε ομοιοπαθητικούς να παρακολουθήσουν παιδιά που έπασχαν από άσθμα. Είπε στον Observer: «Υποτίθεται ότι τα παιδιά αντιδρούν καλύτερα από τους ενήλικες στην ομοιοπαθητική και ότι το άσθμα ανταποκρίνεται ειδικά καλά σε ομοιοπαθητικές θεραπείες. Όμως και πάλι δεν βρήκαμε καμία ένδειξη ότι η ομοιοπαθητική έχει αποτελέσματα».

 

Παρόλη την απουσία οποιωνδήποτε επιστημονικών αποδείξεων για την αποτελεσματικότητα της, η ομοιοπαθητική έχει γίνει κάτι σαν θρησκεία, με φανατικούς υποστηρικτές. Έτσι, κάτω από την πίεση των οργανωμένων οπαδών το Εθνικό Σύστημα Υγείας της Μεγάλης Βρετανίας χρηματοδοτεί πέντε ομοιοπαθητικά νοσοκομεία. Στις ΗΠΑ ο οφθαλμίατρος και πολιτικός Royal Samuel Copeland (ήταν γερουσιαστής από το 1923 ως το 1938), φανατικός ομοιοπαθητικός, κατάφερε να περάσει από το Κογκρέσο την Ομοιοπαθητική Φαρμακοποιία στο Food and Drug Act  του 1938, δίνοντας στην ομοιοπαθητική  μία νόμιμη υπόσταση.

 

Όλα αυτά δεν θα ενοχλούσαν κανένα αν δεν αφορούσαν την υγεία των ανθρώπων. Υπάρχουν συχνές περιπτώσεις – πολλοί γιατροί θα σας διηγηθούν ανάλογες – όπου κάποιος ασθενής, επιμένοντας στις ομοιοπαθητικές θεραπείες, έχασε την υγεία του – καμιά φορά και την ζωή του. Φυσικά ο κάθε πολίτης είναι ελεύθερος να εμπιστευτεί την τύχη του – και των δικών του – όπου θέλει: στον αστρολόγο, στο μέντιουμ, ακόμα και στον μάγο της φυλής. Αλλά θα πρέπει να είναι ενήμερος για τις πιθανές επιπτώσεις...