Άσχετα με τους φανατισμούς και τους φονταμενταλισμούς που ζούμε καθημερινά, η θρησκεία, στο θεωρητικό επίπεδο, περνάει δύσκολες ώρες. Ίσως μάλιστα οι ακραίες εκδηλώσεις να είναι αποτέλεσμα αυτής της εσωτερικής κρίσης. Όσο περνάνε τα χρόνια, οι μορφωμένοι πιστοί γίνονται λιγότεροι, οι επιστήμονες ενσπείρουν  αμφιβολίες, το σημερινό κοσμοείδωλο δύσκολα δέχεται δογματικές αλήθειες που παγιώθηκαν πριν από χιλιετίες.

 

Ένας αξιόλογος μελετητής του προβλήματος, που γνωρίζει τόσο τον χώρο της θεολογίας όσο και της σύγχρονης επιστήμης, μου έστειλε πρόσφατα ένα σύντομο σημείωμα για το θέμα, το οποίο τον έχει απασχολήσει συχνά. Θεωρώ ότι είναι ένα σημαντικό ντοκουμέντο και το παραθέτω εδώ, με την άδειά του – αλλά χωρίς, με δική του παράκληση, να αναφέρω το όνομά του.

 

«Το τέλος της Μιας Αλήθειας

 

Ο μονοθεϊσμός σε έναν κόσμο που δεν έχει θέση η Μια Αλήθεια

 

Είναι κοινώς αποδεκτό ότι το σύμπαν, η ζωή και ο άνθρωπος, στην ολότητά τους, δεν μπορούν να κατανοηθούν κατά ένα γραμμικό και αναγωγικό τρόπο. Εν τούτοις σε περιορισμένους χρονικά ή χωρικά ή συνδυαστικά χωροχρονικά χώρους, είναι δυνατόν το σύμπαν, η ζωή και ο άνθρωπος να εμφανίζουν γραμμικά ή αναγώγιμα χαρακτηριστικά. Οι παραδοσιακοί μονοθεϊσμοί εμφανίσθηκαν και αναπτύχθηκαν σε τέτοιους χώρους και γι’ αυτό προϋποθέτουν γραμμικό και αναγώγιμο σύμπαν, ζωή και άνθρωπο. Αυτό συνεπάγεται ότι χρειάζονται σημαντικές αναθεωρήσεις προκειμένου να επιβιώσουν, όταν ο ορίζοντας διευρύνεται και επεκτείνεται στον συνολικό χώρο που δημιουργούν τα γνωστικά όρια που έχουμε σήμερα. Ο εξ αποκαλύψεως χαρακτήρας τους όμως καθιστά πρακτικά αδύνατες τέτοιες αναθεωρήσεις.

 

Κατά την άποψή μου λοιπόν, και η ορθόδοξη θεολογία φθάνει στα τελικά της όρια, πέραν των οποίων δεν μπορεί να επιβιώσει. Και φθάνει στα όρια αυτά ακριβώς στις μέρες μας. Τα σημάδια του τέλους είναι ορατά από τους πάντες. Οι κληρικοί, οι μοναχοί και οι θεολόγοι συζητούν, κυρίως για τα σημάδια αυτά. Δεν τα αναγνωρίζουν όμως ως τελικά σημάδια, ως σημάδια τέλους, γιατί έχουν εκπαιδευτεί να αποκλείουν αυτήν την εκδοχή, να προσδοκούν το θαύμα, την θαυμαστή ανατροπή της τελευταίας στιγμής. Δεν πιστεύω σε κάτι τέτοιο, γιατί εκτός των άλλων, ποτέ στο παρελθόν δεν συνέβη κάτι ανάλογο.

 

Θα ήταν όμως λάθος να περιμένει κανείς το τέλος γενικά του μονοθεϊσμού. Ο μονοθεϊσμός θα επιβιώσει, έχει θέση σε ένα κόσμο όπου δεν έχει θέση η Μία Αλήθεια. Και κατά την γνώμη μου θα επιβιώσει με δύο τρόπους. Κατά κύριο λόγο μεταλλασσόμενος. Αυτό ήδη συμβαίνει. Στην πραγματικότητα όλοι όσοι δηλώνουν ότι πιστεύουν σε ένα Θεό, πιστεύουν σε μια δική τους εκδοχή περί Θεού και αδιαφορούν χαρακτηριστικά για την όποια επίσημη-δογματική εκδοχή. Ο μονοθεϊσμός δεν είναι ένα αυθαίρετο διανοητικό οικοδόμημα. Είναι προϊόν βιωμάτων και αναγκών, τόσο σε ατομικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Ούτε τα βιώματα ούτε οι ανάγκες δείχνουν σημάδια έκλειψης. Ο μονοθεϊσμός θα συνεχίσει να υπάρχει σε εξατομικευμένες μορφές. Η πίστη όμως έχει ανάγκη από την λατρεία και καθώς δεν είναι πιθανή η ανάδειξη μιας νέας μορφής μονοθεϊσμού, αυτή η ανάγκη θα ικανοποιείται, κατά κύριο λόγο, στα πλαίσια των παραδοσιακών λατρειών.

 

Αυτό το γεγονός εξασφαλίζει και την επιβίωση του παραδοσιακού μονοθεϊσμού με μια, διαρκώς πιο ξεκάθαρη, φονταμενταλιστική μορφή. Η ύπαρξη μιας τέτοιας φονταμενταλιστικής θρησκευτικής εκδοχής είναι βεβαία και θα έλεγα αναγκαία. Το εξασφαλίζει και το επιβάλει η πολυπλοκότητα της ανθρώπινης φύσης και των ανθρώπινων κοινωνιών. Το να θέλει κανείς να εξαφανίσει αυτήν την εκδοχή της θρησκευτικότητας, είναι κατά την γνώμη μου, κάτι ανάλογο με το να θέλει να εξαφανίσει κανείς ένα ζωικό είδος, γιατί ενδεχομένως αυτό είναι επικίνδυνο για τα συμφέροντα κάποιων ανθρώπων.

 

Αυτό που κατά την γνώμη μου είναι αναγκαίο είναι να περιγραφούν και να διασαφηνισθούν τα πράγματα. Όχι για να πεισθούν όλοι, την επιδίωξη κάτι τέτοιου σεβόμενοι την “βιοποικιλότητα” πρέπει να το αποφεύγουμε. Αλλά γιατί οι θρησκευτικές παραδόσεις διαθέτουν εκπληκτικούς προπαγανδιστικούς μηχανισμούς και μεθόδους διαχείρισης της ανθρώπινης προσωπικότητας, με αποτέλεσμα να καταλήγουν σε αυτές άτομα των οποίων οι ψυχοσωματική υποδομή δεν καθιστά αναγκαία και επωφελή την συμμετοχή τους σε αυτούς τους χώρους.

 

Μπορεί στο επίπεδο του υποτιθέμενου αντικειμενικού κόσμου, η Μία Αλήθεια να είναι είδος προς εξαφάνιση, στο επίπεδο όμως του ανθρώπινου ψυχισμού η ζωή χωρίς την πίστη σε Μια Αλήθεια μπορεί να γίνει επώδυνα σκληρή. Εξίσου όμως αλλά και ακόμα περισσότερο επώδυνα σκληρή μπορεί να αποβεί και η τυχόν εμπλοκή στα εξουσιαστικά γρανάζια της Μιας Αλήθειας. Η ζωή εντέλει είναι μια αστάθμητη και απρόβλεπτη περιπέτεια και πορεύεται διαρκώς ανάμεσα στην Σκύλα και την Χάρυβδη».

 

Θεωρώ ως πιο σημαντική την κατάληξη της τελευταίας παραγράφου. Πριν πολλούς αιώνες ο Pascal, επιστήμων αλλά και βαθύς απολογητής του Χριστιανισμού, είχε γράψει την φράση: “Le cœur a ses raisons que la raison ne connait pas” (η καρδιά έχει τους λόγους της που ο λόγος δεν γνωρίζει). Η Μια Αλήθεια ανταποκρίνεται σε αυτό το αίτημα της καρδιάς. Όμως, είναι δυνατόν να απολαμβάνουμε την παραμυθία που προσφέρει, χωρίς να υποκείμεθα στην εξουσία του μονολιθικού δόγματος και στις συνέπειές της;

 

Αυτό είναι το μεγάλο ερώτημα.

 

Το πρόβλημα της «μίας αλήθειας» είναι, κατά τη γνώμη μου ΤΟ πρόβλημα της εποχής μας – και όχι μόνο στην θρησκεία. Σκεφθείτε την πολιτική, τις ιδεολογίες, τον ρατσισμό, την μισαλλοδοξία. Μόνο στην επιστήμη δεν ισχύει το δόγμα της μίας αλήθειας. Πρέπει να μάθουμε από αυτήν.