Μια χθεσινή είδηση μου θύμισε ένα θέμα που πάντα με προβληματίζει.
Σε έρευνα της Eurostat οι Έλληνες παραμένουν πρώτοι σε εθνική υπερηφάνεια. Το
ποσοστό τους έπεσε (ήταν κάποτε στα 90%, τώρα στα 80) αλλά παραμένει
διπλάσιο από τον μέσο όρο των υπόλοιπων Ευρωπαίων.
Γιατί;
Δεν έχουν οι άλλοι Ευρωπαίοι λόγους να είναι υπερήφανοι; Οι Ιταλοί, με τους
αρχαίους Ρωμαίους, την Αναγέννηση, την ζωγραφική τους και την όπερα; Οι Ισπανοί
και Βρετανοί που κάποτε κυβερνούσαν την υφήλιο; (Ας αφήσουμε τον Σαίκσπηρ και
τον Θερβάντες). Οι Γάλλοι που με τη γλώσσα τους και τον πολιτισμό τους
κυριαρχούσαν επί αιώνες σε όλη την Ευρώπη. Οι Γερμανοί με τους γίγαντες της
μουσικής και της φιλοσοφίας...
- Μα οι αρχαίοι Έλληνες...
Η αξία δεν κληρονομείται ούτε μεταφέρεται. Ο γιος του νομπελίστα δεν είναι
κληρονομικώ δικαιώματι καλύτερος. Υπερήφανος μπορεί να είναι κάποιος μόνο για τα
πράγματα που πέτυχε ο ίδιος.
Όποτε ακούω την φράση «μας έκανε εθνικά υπερήφανους…». (π. χ. η Εθνική
Ποδοσφαίρου η το χρυσό μετάλλιο κάποιου Έλληνα (ή Ελληνοποιημένου) αθλητή,
απορώ.
Ας αναλύσουμε την κοινότοπη αυτή φράση: πίσω από τις λέξεις «εθνικά
υπερήφανος» κρύβονται δύο παραδοχές: α) ότι το ΄Έθνος είναι μία διαχρονική
κοινότητα αίματος όπου όλοι είμαστε συγγενείς και συγκοινωνούντα δοχεία και β)
ότι η νίκη ενός από εμάς αποδεικνύει την ανωτερότητα του συνόλου (άρα και του
καθενός – εξ ου και η ατομική υπερηφάνεια).
Αυτές οι «φυλετικές» θεωρίες για το έθνος, είναι σκέτος εθνικισμός. Ιστορικά
αστήρικτες, έγιναν αιτία για πολλούς πολέμους, γενοκτονίες και το Ολοκαύτωμα.
Σήμερα η επιστήμη δέχεται ότι τα έθνη είναι «φαντασιακές κοινότητες» που
δημιουργήθηκαν πριν από δύο με τρεις αιώνες και μάλλον έχουν ημερομηνία λήξεως.
Άλλωστε, στις πολυπολιτισμικές μας κοινωνίες κανένα από τα χαρακτηριστικά με
τα οποία όριζαν οι παλιοί το έθνος δεν ισχύει πια: ούτε το «όμαιμον», ούτε το
«ομόγλωσσον», ούτε το «ομόθρησκον». Ο Νιγηριανός τρίτης γενιάς που αύριο μπορεί
να γίνει καλός Έλληνας ποιητής, θα αντλεί την αξία του από τον Πίνδαρο;
Το έθνος είναι μία σύμβαση ανθρώπων που αποφάσισαν να πορεύονται μαζί – ένα
«καθημερινό δημοψήφισμα» όπως το ονόμασε ο Ρενάν.
Τελικά νομίζω πως αυτή η εθνική υπερηφάνεια είναι αποτέλεσμα της εθνικής μας
ανασφάλειας. Μία υπεραναπλήρωση, που μας κάνει ζημιά. Οδηγεί στη θεωρία του
«περιούσιου» λαού, που, ακριβώς επειδή νιώθει ξεχωριστός, αισθάνεται συνεχώς
ριγμένος. Συνδέεται με τον ρατσισμό και την ξενοφοβία μας (κι εκεί πρώτοι στην
Eurostat. Και μας κάνει να κοιτάμε συνεχώς πίσω, αντί για μπροστά.