Διαβάζω σήμερα στο ένθετο βιβλίων της «Καθημερινής» μία παρουσίαση Ελληνικών
εκδόσεων από τον Ηλία Μαγκλίνη. Το πρώτο κεφάλαιο επιγράφεται: «Ο Μέγας Ροΐδης».
Μέγας; Αχ, και να το έβλεπε από καμία γωνιά. Πόσο θα κάγχαζε!
Ενόσω ζούσε, ο Ροΐδης όχι
μόνο δεν αναγνωρίστηκε, όχι μόνο δεν εκτιμήθηκε, αλλά καθυβρίστηκε. Ο Παλαμάς,
γράφοντας γι αυτόν (μετά) είπε: «Ο σκαιότερον υβρισθείς εκ των συγγραφέων της
νεοτέρας Ελλάδος». Κι αυτό δεν τελείωσε με τον θάνατό του. Οι κλασικές ιστορίες
της Λογοτεχνίας του αφιέρωναν το πολύ μία παράγραφο – καθότι και
καθαρευουσιάνος... Χρειάστηκαν τα εκατόχρονα από τον θάνατό του για να φτάσουμε
στο «Μέγας».
Μέγας Ροΐδης; Παρηγοριέμαι. Μπορεί (λέω... μπορεί) σε εκατό χρόνια να γραφτεί
κάπου «Ο Μέγας Δήμου».
Έχουμε πολλά κοινά με τον Ροΐδη, όχι μόνο την καταγωγή (Ερμούπολη)
και μερικά γονίδια (κάπου ενώνονται τα γενεαλογικά μας δέντρα). Και οι δύο,
πολύγλωσσοι, μεγαλώσαμε σε περιβάλλον ξενόγλωσσο και μορφωθήκαμε εκτός Ελλάδος
(«παιδιόθεν εν τη ξένη ανατραφείς» έγραψε ο ίδιος για τον εαυτό του) και άρα
θεωρηθήκαμε ξένο σώμα από τον περίγυρό μας. Και στους δύο απενεμήθη ο τίτλος
«Διορθωτής του Ρωμαίικου» για τον οποίο εκείνος έγραψε ότι «κατήντησε να
αμιλλάται κατά την γελοιότητα προς τον τετραγωνισμόν του κύκλου».
Ο καθηγητής Γιώργος Σαββίδης είχε παρομοιάσει την «Δυστυχία του να είσαι
Έλληνας» με την «Πάπισσα Ιωάννα», και είχε αναρωτηθεί αν είμαι «ο εξυπνότερος
Έλληνας συγγραφέας μετά τον Ροΐδη». Η μεγάλη επιτυχία αυτών των έργων υπήρξε
καταστροφική και για τους δύο, οι αμυνόμενοι μας κόλλησαν την ρετσινιά του
ευθυμογράφου. Ο κορυφαίος μας σατιρικός έγραψε: «Αλλ’ άν δια της τοιαύτης
μεθόδου (εννοεί την σάτιρα) ηδυνήθημεν εν ιδρώτι του προσώπου ημών να αγρεύσωμεν
αναγνώστας τινάς, την άγραν ταύτην επληρώσαμεν ακριβά, ονομασθέντες ευφυολόγοι,
και παν ότι δήποτε εκ του στόματος ημών εξεπορεύθη, ευφυολογία…»
Ας μην παρεξηγηθώ περισσότερο. Αυτό το κείμενο δεν είναι διακήρυξη
μεγαλομανίας – αλλά απότοκο πικρίας. Βλέποντας καθημερινά να πολλαπλασιάζονται
τα πολυσέλιδα αφιερώματα στα βιβλία της χρονιάς και να απουσιάζω από όλα, σαν να
μην υπάρχω, ζητάω παρηγοριά από τον μακρινό μου πρόγονο. Προσπαθώ να καταλάβω
πως ένιωθε αυτός την απόρριψη.
«Οι Δρόμοι μου» εκδόθηκαν πριν ένα χρόνο και έπιασαν πάλι το μόνιμο ρεκόρ
αποσιώπησης. Είναι δυνατόν ένας συγγραφέας που έχει γράψει 59 βιβλία, τα οποία
κυκλοφόρησαν (και κυκλοφορούν) σε εκατοντάδες χιλιάδες ανατυπώσεις, χωρίς να
είναι ρομάντζα ή εύπεπτα, να μην υπάρχει;
Φαίνεται πως είναι.
Όσο για το αν σε εκατό χρόνια αναφερθούν στον «Μέγα Δήμου» – χέστηκα!