Πώς βλέπουν οι Έλληνες την Ελλάδα μέσα στον κόσμο; Ο δημοφιλέστερος Έλληνας ιστορικός συγγραφέας, ο Κυριάκος Σιμόπουλος, γράφει: «Ο Ελληνισμός αγωνίζεται επί δύο χιλιετίες σε έναν εχθρικό κόσμο υπό συνεχή απειλή ολοκληρωτικού αφανισμού». Παρανοϊκή σκέψη – αλλά βαθειά ριζωμένη. Και παρακάτω ξεκαθαρίζει ότι ο βασικός εχθρός του Έλληνα δεν είναι ο Τούρκος – αλλά η Δύση. Αυτή τον απειλεί με ολοκληρωτικό αφανισμό.
Ήταν πολύ πριν από την Κρίση, το 1989, όταν δημοσιεύτηκαν αυτά τα λόγια, στο βιβλίο «Ξενοκρατία, Μισελληνισμός και Υποτέλεια». Με τον Σιμόπουλο θα συμφωνούσε βέβαια και ο Μέγας Δούκας Λουκάς Νοταράς που του αποδίδεται η φράση «κάλλιον τούρκικον φακιόλιον παρά παπική τιάρα», αλλά και ο Άνθιμος Πατριάρχης Ιερουσαλήμ, ο οποίος στην «Πατερική Διδασκαλία» του 1798, ονόμαζε τις δυτικές ιδέες περί ελευθερίας και ισότητας «νεοφανεστάτη ενέδρα του πονηρού διαβόλου κατά των ορθοδόξων χριστιανών» ενώ την κυριαρχία των Τούρκων βρίσκει «να είναι εις μεν τους Δυτικούς ωσάν χαλινός, εις δε τους Ανατολικούς, ημάς, πρόξενος σωτηρίας».
Στην κακιά και δόλια Δύση έχουν αποδοθεί όλες οι αρνητικές στιγμές του Ελληνισμού: αυτή φταίει για την Μικρασιατική καταστροφή, την Χούντα και την Κυπριακή τραγωδία. Αυτή τώρα εγκαλείται και για την κρίση, την ύφεση, την ανεργία. Από την δημοφιλέστερη ελληνική ραδιοφωνική εκπομπή κάθε πρωί ακούμε για την νέα γερμανική κατοχή, το τέταρτο ράιχ, τους τυράννους, τους γκαουλάιτερ, και τους δωσίλογους.
Τα καλά της Δύσης τα ξεχνάμε. Θυμόμαστε με μυθική νοσταλγία το «ξανθόν γένος» που μας αιματοκύλισε στα Ορλωφικά και ξεχνάμε το Ναβαρίνο που μας απελευθέρωσε, όταν η δική μας επανάσταση είχε πια σβήσει.
Σε κάθε ρήξη της Δύσης με εξωτερικούς αντιπάλους είμαστε με τον εχθρό: Συμπαθήσαμε τον Σαντάμ και τον Καντάφι, τον Μιλόσεβιτς και τον Μλάντιτς, τον Κάστρο και τον Τσάβες – και αποθεώσαμε τον Κάραζιτς στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας. Και τώρα που συγκρούεται η Δύση με την Ρωσία στην Ουκρανία, εμείς είμαστε με τον Πούτιν. Καθόλου δεν μας χαλάει που είναι δικτάτορας. Άλλωστε, όλοι αυτοί που υποστηρίξαμε κατά καιρούς, δικτάτορες ήταν.
Και μετά από αιώνες αντιδυτικής ρητορείας έχουμε μόνο την φτωχή φράση του Κωνσταντίνου Καραμανλή: «Ανήκομεν εις την Δύσιν». Αλλά αυτή μοιάζει να είναι περισσότερο διατύπωση επιθυμίας, παρά περιγραφή πραγματικότητας.
Πόσο ανήκουμε στ’ αλήθεια; Και που;
Σύμφωνα με τον Σάμουελ Χάντιγκτον και το βιβλίο του «Η σύγκρουση των πολιτισμών και ο ανασχηματισμός της παγκόσμιας τάξης» (1993) δεν ανήκουμε καθόλου στον Δυτικό πολιτισμό. Η γραμμή που μας χωρίζει από την Δύση ξεκινάει από τα σύνορα Φινλανδίας Ρωσίας, κατεβαίνει αφήνοντας δυτικά τις βαλτικές χώρες και την Πολωνία, διχοτομεί την Ουκρανία και την παλιά Γιουγκοσλαβία και περνάει ανοιχτά από την Κέρκυρα. Τον πολιτιστικό αυτό χώρο ο Χάντιγκτον τον ονομάζει ορθόδοξο, ή ορθόδοξο-σλαβικό. Γράφει: «Στα Βαλκάνια, αυτή η γραμμή φυσικά συμπίπτει με τα ιστορικά σύνορα μεταξύ της αυτοκρατορίας των Αψβούργων και της Οθωμανικής. Οι λαοί βόρεια και δυτικά από αυτή τη γραμμή είναι προτεστάντες ή καθολικοί. Έχουν συμμετάσχει στις κοινές εμπειρίες της Ευρωπαϊκής ιστορίας – Φεουδαρχία, Αναγέννηση, Μεταρρύθμιση, Διαφωτισμό, βιομηχανική επανάσταση. Οικονομικά στέκονται καλύτερα από τους λαούς στα ανατολικά και τώρα προσβλέπουν σε μία κοινή ευρωπαϊκή οικονομία και στην παγίωση δημοκρατικών πολιτικών συστημάτων. Οι λαοί ανατολικά και νότια από αυτή τη διαχωριστική γραμμή είναι Ορθόδοξοι ή Μουσουλμάνοι. Ιστορικά ανήκαν στην Οθωμανική ή Τσαρική αυτοκρατορία και μόνο επιπόλαια τους άγγιξαν τα διαμορφωτικά κινήματα στην υπόλοιπη Ευρώπη. Είναι γενικά λιγότερο αναπτυγμένοι οικονομικά. Και πιο δύσκολα μπορούν να αναπτύξουν προχωρημένα δημοκρατικά πολιτικά συστήματα».
Πολλές αντιδράσεις δημιούργησε αυτή η θεώρηση και στη χώρα μας. Αλλά μία ψύχραιμη ματιά δείχνει πως η ανάλυση δεν είναι ιστορικά λανθασμένη. Κανένα από τα κινήματα που διαμόρφωσαν την Δυτική Ευρώπη δεν έφτασε ως εμάς. Ουδέποτε αποκτήσαμε αστική τάξη, η οποία στη Δύση έφερε την σύγχρονη δημοκρατία, τα ανθρώπινα δικαιώματα, την κοινωνία πολιτών. Θα μπορούσε μάλιστα να πει κανείς ότι η τελευταία μας κρίση οφείλεται στην αδυναμία μας να φτιάξουμε ένα σύγχρονο, ορθολογικά οργανωμένο κράτος, ένα πολιτικό σύστημα που να μην βασίζεται στις πελατειακές σχέσεις και την διαφθορά και μία κοινωνία που να κυνηγάει συλλογικούς σκοπούς – κι όχι απλά το συμφέρον του κάθε μεμονωμένου ατόμου, της οικογένειας, της φατρίας ή της συντεχνίας του.
Μάλλον δεν είμαστε ακόμα Δύση. Αυτή η απόσταση φαίνεται και στην καθημερινή μας ομιλία όταν μιλάμε για την Ευρώπη, σαν να ήταν μία άλλη ήπειρος. («Ταξιδεύουμε στην Ευρώπη», «σπουδάζουμε στην Ευρώπη»). Και βέβαια δεν συμμετέχουμε στις κοινές Ευρωπαϊκές κινήσεις – όπως η στήριξη της Ουκρανίας. Αμέσως, πίσω από τους νέους που αγωνίζονται για βασικές ελευθερίες και ανθρώπινα δικαιώματα, βλέπουμε ιμπεριαλιστικές συνωμοσίες. Υιοθετούμε άκριτα την ρωσική προπαγάνδα για κινήματα νέο-ναζί, όπως άκριτα υιοθετούμε και την προπαγάνδα του Μαδούρο, για τους εξεγερμένους φοιτητές της Βενεζουέλας. Είναι το ίδιο σύνδρομο που μας τοποθετεί αυτόματα απέναντι στην Δύση. Διότι όχι μόνο δεν νιώθουμε ότι ανήκουμε σε αυτή – αλλά δυσπιστούμε βαθύτατα μπροστά σε κάθε της κίνηση. Η Εκκλησία και η Αριστερά μας έχουν βαθύτατα επηρεάσει.
Δεν ξέρω αν και πότε θα ξεπεράσουμε αυτό το αντί-δυτικό σύνδρομο.