Το τελευταίο μου άρθρο ξεσήκωσε θύελλα σχολίων και αντιδράσεων. Ίσως είναι χρήσιμες ορισμένες διευκρινήσεις:
Έγραψα ένα κείμενο 400 λέξεων, όχι ιστορική πραγματεία. Άρα δεν ήταν δυνατό να είναι πλήρες.
Σκοπός του άρθρου δεν ήταν βέβαια «να απαξιώσει την ελληνική επανάσταση» (όπως γράφτηκε) αλλά να επισημάνει μερικές σημαντικές αλήθειες που δεν περιλαμβάνονται στην διδασκαλία της και μερικούς μύθους που επιβιώνουν ενώ έχουν διαψευσθεί.
Συνδέθηκε το κείμενο του άρθρου με το «Ποτάμι». Μα αυτά που γράφω στο άρθρο, τα έγραφα και πριν γεννηθεί ο Σταύρος Θεοδωράκης. Στηρίζω το Ποτάμι, αλλά διατηρώ το δικαίωμα να έχω τις δικές μου απόψεις.
Άκουσα ότι οι απόψεις μου δεν ήταν τεκμηριωμένες. Δύο φορές, σε σχόλια έδωσα βιβλιογραφία και την παραθέτω πάλι εδώ:
«Η Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000» από πολλούς ιστορικούς υπό την εποπτεία του Βασ. Παναγιωτόπουλου, σε 10 τόμους, εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 2003 (Εκεί και εκτενής βιβλιογραφία).
«Ιστορία του Ελληνικού Έθνους» – Εκδοτική Αθηνών, τόμος ΙΒ, 1975 (αναφέρονται όλα, αλλά εθνοπρεπώς …μακιγιαρισμένα).
Νίκος Γ. Σβορώνος, «Επισκόπηση της νεοελληνικής ιστορίας», μετάφραση Αικατερίνη Ασδραχά, εκδόσεις Θεμέλιο, 1999
Τρία βιβλία του Κωστή Παπαγιώργη: «Εμμανουήλ Ξάνθος: Ο Φιλικός» Καστανιώτης, 2005. «Τα καπάκια: Βαρνακιώτης, Καραϊσκάκης, Ανδρούτσος» Καστανιώτης, 2003. «Κανέλλος Δεληγιάννης» Καστανιώτης, 2002. –
Γιάννη Σκαρίμπα: «Το 21 και η Αλήθεια» Κείμενα, 1971
Έχω υπόψη μου και τις ιστορίες Βακαλόπουλου, Κολιόπουλου, Βουρνά, Richard Clogg, Hobsbawm. Για τη στάση της εκκλησίας πριν την Επανάσταση Πασχάλη Κιτρομηλίδη: «Ελληνικός Διαφωτισμός», ΜΙΕΤ. Απομνημονεύματα αγωνιστών, κυρίως του Φωτάκου.
Όσο για τα θέματα της εκκλησίας ή των οπλαρχηγών ακολούθησα τα συγγράμματα των πιο έγκυρων ιστορικών μας.
Με κατηγόρησαν για μονομέρεια κι ότι έγραψα μόνο τα αρνητικά. Αλλά αυτά είναι που αποσιωπώνται. Τα θετικά και ένδοξα τα ακούμε σε όλους τους πανηγυρικούς. Όλο το κείμενο ήταν αντίδραση στην πατριδοκαπηλία των επετείων. Οι σημερινές σχολικές γιορτές είναι εξίσου εθνοκαπηλικές με εκείνες της εποχής μου.
Άλλοι, αντίθετα, είπαν ότι τα θέματα αυτά είναι γνωστά και δεδομένα – και δεν πρόσθεσα κάτι καινούργιο. Οι αντιδράσεις όμως έδειξαν ότι για πολλούς δεν ήταν καθόλου δεδομένα. Όπως και για τα παιδιά του σχολείου.
Η εμπαθής (μερικές φορές υστερική) υποδοχή ενός άρθρου, που έφτασε να γίνει τηλεοπτική είδηση (!) σε πολλά δίκτυα, απέδειξε ότι δεν είμαστε σε θέση να συζητήσουμε ψύχραιμα την άλλη άποψη. Το παίρνουμε προσωπικά. Άρα είχα δίκιο: χρειάζεται άλλος τρόπος διδασκαλίας και πρόσληψης της ιστορίας στη χώρα μας. Η κριτική σκέψη απουσιάζει. Η επιμονή σε μύθους μας εμποδίζει να βλέπουμε σωστά – ακόμα και την σημερινή πραγματικότητα.
Δεν αγαπάει περισσότερο την πατρίδα του αυτός που την ζητωκραυγάζει – αλλά αυτός που την νοιάζεται, την πονάει και κρίνοντάς την, θέλει να την κάνει καλύτερη.