Πήγα να γράψω την λέξη υπομονή στον υπολογιστή και μου βγήκε με δύο «ν». Υπομοννή. Κόκκινη υπογράμμιση. Ήμουν σίγουρος πως την είχα γράψει σωστά. Την ξαναγράφω – πάλι τα ίδια.
-
Μα τι θέλει αυτό το δεύτερο «ν»; αναρωτήθηκα.
-
Είμαι το εξόριστο «ν» του Γιάνη Βαρουφάκη, μου απάντησε.
Δεν είμαστε καλά, σκέφθηκα. Τώρα τα «ν» έχουν φωνή!
-
Και τι γυρεύεις εδώ; Ρώτησα.
-
Ζητώ, το ταλαίπωρο, να βολευτώ. Είμαι θύμα μίας βάρβαρης βίας. Με έσβησε, με εξωπέταξε από το όνομά του – και το χειρότερο: κατάφερε όλο τον κόσμο να το γράφει ανορθόγραφα, για να του κάνει τη χάρη. Όλα αυτά χωρίς λόγο! Τι του είχα κάνει; Σε τι έφταιξα;
-
Δεν νομίζω ότι έφταιξες εσύ. Ήθελε απλώς να κάνει εντύπωση. Να ξεχωρίζει από τους υπόλοιπους σαράντα τέσσερεις Γιάννηδες… ξέρεις, αυτούς με τον κόκορα.
-
Ας άλλαζε κάτι άλλο στον όνομά του. Ας έγραφε το Βαρουφάκης με δύο «φ», όπως ο Ντεριντά την διαφφορά.
-
Μπα – έχεις περάσει κι από τον Βέλτσο;
-
Έρημος γυρίζω τον κόσμο – πού θα φωλιάσω εγώ;
-
Κοίταξε, έχεις μία ελπίδα. Τώρα έχει γίνει πια τόσο γνωστός, που δεν του χρειάζεται η ανορθογραφία. Θα κάνουμε μία έκκληση να σε αποκαταστήσει. Δεν μπορεί, είναι κατά βάθος καλός άνθρωπος. Η ιστορία αυτού του πεντάρφανου «ν» θα τον συγκινήσει.
-
Λέτε να με πάρει πίσω; Λέτε να γυρίσω κάποτε στο σπίτι μου;
Άφησα το «ν» να επαφίεται στην μεγαλοψυχία του σκληρού οικονομολόγου, που άκαρδα και άσπλαχνα το πέταξε κάποτε στο δρόμο. Αν και βέβαια δεν είχα πολλές ελπίδες. Εδώ αυτός ο φοβερός Γιάνης βασανίζει τον Σόυμπλε, άνθρωπο ανάπηρο, και στοιχειώνει τις νύχτες του Ντάισελμπλουμ, που τον βλέπει στον ύπνο του. Εδώ τον μνημονεύει όλη η Υφήλιος, η Ευρώπη τον φοβάται, η Ελλάδα τον θεοποιεί και τον δαιμονοποιεί – ενώ οι παγκόσμιες «Βαρουφίτσες» ξενυχτάνε για χάρη του. Θα λυπηθεί ένα άμοιρο «ν»;