Μερικά γράμματα είναι καλύτερα από άρθρα. Παραθέτω και σχολιάζω δύο, πολύ συγγενικά. Το πρώτο από τον φοιτητή Μιχάλη Νταγγίνη:
«Σας στέλνω εκφράζοντας έναν αναπάντητο προβληματισμό μου: πώς γίνεται σε μια εποχή όπου συμβαίνουν ιστορικής σημασίας πολιτικές εξελίξεις, το πολιτικό σύστημα να παρέμεινε τόσο αμετάβλητο; Με εξαίρεση την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ, που κατ' ουσίαν αποτελεί αναπλήρωση του κενού που άφησε η παρελθούσα κεντροαριστερά του ΠΑΣΟΚ (οργανικό στοιχείο της όποιας ήταν ο λαϊκισμός) και την άνοδο της ΧΑ, που προ κρίσης ήταν ενσωματωμένη στη ΝΔ, οι αλλαγές είναι ελάχιστες.
Όλο κάτι πάει να γίνει, μια πρωτοβουλία εδώ, μια εκεί, αλλά οι περισσότερες είναι θνησιγενείς. Βλέπω το πολιτικό σύστημα σαν μια μάντρα με μια μικρή πόρτα, μονίμως φυλαγμένη – κάθε είσοδος κι έξοδος είναι αυστηρά ρυθμισμένη κι ελεγμένη από τις υπάρχουσες κομματικές συνθέσεις (που η καθεμία αποτελεί ίδιου τύπου μάντρα).
Η κρίση του 1909-10 έφερε τον Βενιζέλο, διαλύοντας τα παλιά κόμματα (τα όποια μάλιστα συγκυβέρνησαν αποδυναμωμένα λίγα χρόνια πριν, όπως τώρα), αλλά και πάλι, υπό την απειλή πραξικοπήματος. Πώς θα μπορέσει να ανασυντεθεί δημοκρατικά το κομματικό σκηνικό και, κυρίως, αν όχι τώρα, πότε; Μήπως βλέπετε μια αισιόδοξη αλλαγή στον ορίζοντα την όποια εγώ αδυνατώ να δω;».
Δύο μέρες μετά ο φωτογράφος Μάριος Σουγλίδης μου έγραφε:.
«Βέβαια μερικές φορές σκέφτομαι, ότι, τελικά είμαστε μία ομάδα ορθολογιστών ανθρώπων που συμφωνούμε σε κάποια πράγματα, στον τρόπο που θα έπρεπε να λειτουργούν, στο τί πρέπει να αλλάξει, αλλά και πάλι, so what ? Εφόσον δεν υπάρχει ένας κοινός φορέας, και ένας νέος 'ηγέτης' να μετατρέψει την σκέψη σε πράξη, σε κίνημα, σε παρέμβαση προς την εξουσία, στο τέλος της μέρας παραμένουμε απλά μία ομάδα ανθρώπων που έχουμε κάποιες κοινές σκέψεις».
Δύο απελπισμένα γράμματα σε δύο μέρες. Θα μπορούσα να παραθέσω και άλλα. Όλα μετά την εμφάνιση των 58, που δεν φαίνεται να συγκίνησε τους νεότερους. Η περίφημη Κεντροαριστερά έχει διασπασθεί σε 19 κόμματα-κινήματα με «πέντε αρχηγούς και 14 στρατηγούς» όπως έγραψε το «Έθνος». Μείναμε στην πόλωση.
Αλλά και ο λαός, που απαξιώνει όλους τους πολιτικούς του, που στις μετρήσεις αποθεώνει τον «Κανένα», είναι άραγε έτοιμος και ώριμος να δεχθεί κάποιον νέου τύπου πολιτικό, που να μη χαϊδεύει αυτιά; Σήμερα δεν υπάρχει ούτε ένας μη λαϊκιστής. Έτσι και εμφανιστεί κάποιος και πει σκληρές αλήθειες, φοβάμαι πως ο λαός θα ξαναψηφίσει τους ίδιους λαϊκιστές Καραγκιόζηδες που τον βολεύουν.
Και η απορία: «Μπρε Χατζατζάρη, ούτε εγώ δεν θα ψήφιζα τόσους καραγκιόζηδες!»