Ξαφνικά βρέθηκα μπροστά σε ένα εκπληκτικό συμπέρασμα: Δεν υπάρχουν συντηρητικοί και φιλελεύθεροι – ούτε οπισθοδρομικοί και προοδευτικοί: υπάρχουν απλώς κουτοί και έξυπνοι.
Η τοποθέτηση ενός ανθρώπου είναι ανάλογη με τις νοητικές του ικανότητες.
Ο συντηρητικός είναι κατά βάση κουτός. Φοβάται το καινούριο γιατί δεν το καταλαβαίνει. Τρέμει την αλλαγή γιατί δεν προφταίνει να την παρακολουθήσει. Ταμπουρώνεται μέσα στο γνωστό, στο δεδομένο, στο οικείο – και δεν το κουνάει ρούπι.
Αντίθετα, ο ξύπνιος έχει ανοικτό μυαλό: δεν φοβάται τους αιφνιδιασμούς – τους χαίρεται. Η αλλαγή τον θρέφει. Του δίνει την δυνατότητα να κινηθεί γρήγορα και να ζήσει έντονα. Η συντήρηση, η στασιμότητα του είναι αφάνταστα βαρετή.
Είμαι σίγουρος πως αν γινόταν μια μεγάλη έρευνα που θα συσχέτιζε την τοποθέτηση των ανθρώπων με το δείκτη νοημοσύνης τους, η νέα θεωρία μου θα επιβεβαιωνόταν απόλυτα.
Μπορείτε να την επιβεβαιώσετε και σεις κοιτώντας γύρω σας τους γνωστούς σας. Ή παρατηρώντας τους πολιτικούς μας.
Και μια και μιλάμε για πολιτικούς μην πέσετε στην κλασική παγίδα να θεωρήσετε όλη την αριστερά προοδευτική και όλη τη δεξιά συντηρητική. Φυσικά, κατά μέσο όρο, η αριστερά είναι συνήθως προοδευτικότερη — αλλά μέσα σε κάθε παράταξη υπάρχουν άνθρωποι συντηρητικοί και προοδευτικοί.
Και είναι περίεργο: ένας συντηρητικός της δεξιάς συγγενεύει περισσότερο με έναν συντηρητικό της αριστεράς — παρά με έναν προοδευτικό της δικής του παράταξης.
Όλα —γνώμη μου— θέμα νοημοσύνης. Οι συντηρητικοί κι από εδώ κι από εκεί είναι κάτι τούβλα — ο θεός να μας φυλάει! Στυλώνουν τα πόδια και κρατάνε κόντρα. Αυτό είναι το μόνο που ξέρουν. Να λένε: μη, όχι, ποτέ, έτσι τα βρήκαμε, προσοχή, κίνδυνος, όχι πειράματα, όχι ανοίγματα, φύλαγε τα ρούχα σου, κτλ. κτλ.
Κι έτσι μένουμε όλοι πίσω.
Ο συντηρητικός είναι καχύποπτος και φοβισμένος. Δεν εμπιστεύεται κανέναν, δεν ανοίγεται, δεν τολμάει. Την εξυπνάδα που του λείπει, την αναπληρώνει με πονηριά (ο λαός μας έφτιαξε τη θαυμάσια λέξη “κουτοπόνηρος”). Συχνά είναι ψεύτης. Θεωρεί πως η ψευτιά είναι νόμιμο όπλο στον αγώνα (μέχρις εσχάτων) εναντίον του έξυπνου.
Συμπληρώνοντας το “χαρακτήρα” του συντηρητικού (που παρέλειψαν να ζωγραφίσουν ο Θεόφραστος, ο Λαμπρυγιέρ ή ο Λασκαράτος) πρέπει να σημειώσω ακόμη πως τις περισσότερες φορές είναι ζηλόφθονος, μικρόψυχος και εκδικητικός.
(Για να μην κατηγορηθώ ως εμπαθής, ψάχνω ώρα τώρα να του βρω και καμιά καλή ιδιότητα... Μάταια! Όλο αρνητικές βρίσκω). Είναι επίσης πουριτανός, σεμνότυφος, δουλικός, πειθήνιος...
Και το χειρότερο: είναι επιτυχημένος!
Μάλιστα. Το ποσοστό των συντηρητικών βλακών που πετυχαίνει είναι μεγαλύτερο από το ποσοστό των προοδευτικών έξυπνων. Διότι οι επικεφαλής τους κουτούς χρειάζονται — όχι τους έξυπνους. Δούλους και κόλακες θέλουν — όχι κριτικούς. Πειθήνια όργανα ζητάνε — όχι τζαναμπέτηδες.
Κι έτσι αναρριχώνται αργά αλλά σταθερά στην Ιεραρχία — ιδιαίτερα την κρατική. Υπάρχει πιο ταιριαστός γάμος από του συντηρητικού με τη γραφειοκρατία; Ιδανικός ο χώρος: παράγραφοι, σφραγίδες, πρωτόκολλα, μονιμότητα, ανευθυνότητα, σιγουριά. Ο έξυπνος παθαίνει ασφυξία μέσα στο χαρτοβασίλειο — ο κουτός θάλλει και ευημερεί.
Κι επειδή μας κυβερνάει το κράτος, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι μας κυβερνάει, η συντήρηση και η βλακεία — αφού αυτή επανδρώνει, το κράτος. Κι επειδή οι κρατικές υπηρεσίες είναι αυτές που δίνουν το πράσινο φως στους ιδιώτες (που δεν το δίνουν) οι ξύπνιοι βαδίζουν στο ρυθμό των κουτών.
Και το έθνος των πανέξυπνων Ελλήνων κυβερνάται από μία πανηλίθια συντηρητική μειοψηφία.
Αλλά είναι μειοψηφία; Η στατιστική λέει πως η κατανομή της νοημοσύνης συμπίπτει με την καμπύλη του Gauss. Το μεγάλο πλήθος είναι στη μέση ενώ οι εξαιρέσεις (προς τα πάνω και προς τα κάτω) είναι στα άκρα.
Αν θεωρήσουμε κουτούς αυτούς που έχουν δείκτη νοημοσύνης κάτω από 90 (μέσος όρος είναι 100) τότε είναι σαφώς μειοψηφία. Η πλειοψηφία (περίπου το 50%) είναι οι άνθρωποι μέσης νοημοσύνης, ενώ μειοψηφίες (από 25% περίπου) είναι οι υπερ-νοήμονες και οι βλάκες.
Όμως, αν οι βλάκες είναι μόνο το 25%, τότε πως κυβερνάνε;
Εδώ πρέπει να θυμηθούμε το παλιό ρητό: “η ισχύς εν τη ενώσει”. Ενώ οι έξυπνοι είναι ατομικιστές — οι βλάκες, που δεν εμπιστεύονται τον εαυτό τους, βρίσκουν και άλλους “συναδέλφους” και οργανώνονται. Αισθάνονται ασφαλείς μόνο σαν ομάδα. Δημιουργούν ένα συμπαγές τείχος πάνω στο οποίο προσκρούουν όλες οι προσπάθειες των έξυπνων. Οι κουτοί δικτυώνονται από γραφείο σε γραφείο, από υπηρεσία σε υπηρεσία, από υπουργείο σε υπουργείο. Γράφουν τους νόμους, τις διατάξεις και δεν αφήνουν τίποτα να περάσει που να μην είναι κατανοητό σ' αυτούς — δηλαδή βλακώδες. Διευθύνουν τους κομματικούς μηχανισμούς (κι αυτοί γραφειοκρατία είναι). Οι κουτοί οργανώνουν παντού τη λογοκρισία, την αστυνόμευση, την προπαγάνδα. Γιατί, όπως είπαμε, είναι (όλοι τους) συντηρητικοί, πουριτανοί, θεματοφύλακες των (κακώς) κειμένων. Φοβούνται την αλήθεια, τη γνώση, το διάλογο.
Και μας κρατάνε όλους πίσω.
Τι ελπίδες έχει ένας έξυπνος, ζωντανός, προοδευτικός άνθρωπος στο χώρο των κουτών; Ελάχιστες, Ή θα συμβιβαστεί, ή θα φύγει. Οι παντοδύναμοι ηλίθιοι θα τον ταλαιπωρήσουν, θα τον κυνηγήσουν, θα τον απελπίσουν. Και εννέα στις δέκα φορές θα τον οδηγήσουν σε παραίτηση.