Κρατώντας στην αγκαλιά του ένα όνειρο και ένα αδιέξοδο πήδησε στο Κενό.

Οι φίλοι του τρόμαξαν. Οι σύντροφοι του σάστισαν. Μια τεράστια αμηχανία αγκάλιασε την είδηση. Τόσο που οι φιλικές του εφημερίδες -εντελώς αντιδημοσιογραφικά- αποσιώπησαν στην αρχή την αιτία του θανάτου. “Πέθανε ξαφνικά...”. Τέτοια πράγματα δεν γίνονται ξαφνικά, σε ένα στοχαστή. Ωριμάζουν για χρόνια.

Ωστόσο η αμηχανία των συντρόφων ήταν φυσική. Χρόνια τώρα είναι η παράταξη της “αισιοδοξίας”, της “υγείας”, της “θετικότητας”. Καθόλου δεν βολεύει μια τέτοια πράξη – που (λαθεμένα) θεωρούν άρρωστη, αρνητική και δειλή. Ο στοχαστής, που τόσο τους προβλημάτισε ζωντανός, τους κρατούσε μια τελευταία έκπληξη.

Τι μπορεί να διδάξει το Κενό; Πως καμιά θεωρία δεν είναι πλήρης, αν δεν χωρέσει μέσα της το θάνατο. Αν δεν συμπεριλάβει την αρρώστια, τη μοναξιά, την τρέλα, την αυτοκτονία. Αυτά δεν είναι προβλήματα “εποικοδομήματος” και “βάσης”. Η εξυγίανση των παραγωγικών σχέσεων και η άρση της αλλοτρίωσης (αν και όταν γίνει ποτέ) θα λύσουν πολλά προβλήματα, αλλά δεν θα καταργήσουν την αγωνία του ζώντος και τη σιωπή του νεκρού.

Κι ο Μαρξισμός δεν είναι “Στρατός Σωτηρίας”. (Και ουαί σ' αυτούς που τον κατάντησαν έτσι!).

Ο άνθρωπος που πήδησε στο Κενό, είχε το θάρρος να το αντιμετωπίσει και να το ξεπεράσει. Η σκέψη του θα μείνει τώρα σφραγισμένη καίρια από την ακροτελεύτια πράξη. Οι άλλοι, που δεν μπορούν να κοιτάξουν το Κενό, είναι οι ίδιοι Κενό. Αυτό, μέσα στο οποίο έπεσε. Καταφέρνοντας, έστω και μια στιγμή, να το γεμίσει.

Οι επικήδειοι και οι επιτύμβιοι προσπάθησαν να προσπεράσουν, ν' αντιπαρέλθουν, να “σεβαστούν”. Προσπάθησαν να μείνουν στη σκέψη, αδικώντας έτσι και τον άνθρωπο και την πράξη.

Γιατί το κύριο γνώρισμα του Πουλαντζά ήταν το θάρρος. Χρειάζεται θάρρος για να αποχωρήσεις στα σαράντα τρία χρόνια σου. Όπως χρειάζεται θάρρος για να καταλήξεις σ' αυτό το συμπέρασμα:

“...απόκριση σε τούτα τα ερωτήματα δεν υπάρχει, ακόμη. Δεν υπάρχει καν σαν θεωρητικό μοντέλο Απόλυτο μέσα απ' τα ιερά κείμενα κάποιων κλασικών. Κι η ιστορία Δεν μας έδωσε μέχρι σήμερα μια πετυχημένη εμπειρία του δημοκρατικού δρόμου προς το σοσιαλισμό: αντίθετα, μας έδωσε αρνητικά παραδείγματα προς αποφυγή και σφάλματα για προβληματισμό, πράγμα που δεν είναι αμελητέο. Μπορούμε, βέβαια, πάντα να προβάλλουμε το επιχείρημα, στ' όνομα του ρεαλισμού εννοείται (της δικτατορίας του προλεταριάτου, ή των άλλων, των καθώς πρέπει νεοφιλελεύθερων), ότι αν ο δημοκρατικός σοσιαλισμός δεν υπήρξε ακόμη πουθενά, είναι γιατί δεν έχει καμιά πιθανότητα να υπάρξει. Ίσως: δεν έχουμε πια την αθάνατη πίστη στηριγμένη σε κάποιους αμετάθετους νόμους μιας αναπόφευκτης δημοκρατικής και σοσιαλιστικής επανάστασης, μήτε την Υποστήριξη μιας πατρίδας του δημοκρατικού σοσιαλισμού. Ένα πάντως είναι σίγουρο: ο σοσιαλισμός θα είναι δημοκρατικός ή δεν θα είναι σοσιαλισμός”.

Μέσα στο μικρόψυχο πολιτικό φανατισμό της εποχής μας, τα λόγια αυτά είναι πρόκληση για παρεξηγήσεις. Αλλά ο στοχαστής, υπερβαίνοντας τα όρια της στενής παραταξιακής σκέψης, μπόρεσε με κρυστάλλινη καθαρότητα να διατυπώσει όχι πια ένα μαρξιστικό αλλά ένα πανανθρώπινο πρόβλημα.

Αν αυτός είναι ο Μαρξισμός, τότε ποιος δεν θα' θελε να είναι Μαρξιστής;

Αν ο Μαρξισμός είναι η, με άτρομη και ελεύθερη σκέψη, ανάλυση της δυνατότητας για τη σύζευξη της κοινωνικής δικαιοσύνης με την ατομική ελευθερία - τότε ποιος μπορεί να έχει αντίρρηση;

Αν ο Μαρξισμός δεν είναι δόγμα αλλά προσέγγιση, δεν είναι απάντηση αλλά ερώτημα, δεν είναι λύση αλλά και πρόβλημα, τότε ποιος μπορεί να τον αρνηθεί ;

Κάπου αυτή η ευθυτενής σκέψη οδηγεί κατευθείαν πίσω στο γερο-Μάρξ – που σύνθημα του ήταν η φράση "de οmnibus dubitandum" (για όλα πρέπει να αμφιβάλλω). Που δεν αγωνίστηκε μόνο για την οικονομική, αλλά και για την πολιτική απελευθέρωση. Και που (αντίθετα με τους διαδόχους του, αρχίζοντας από τον Ένγκελς) ήξερε να συμβιώνει με καυτά ερωτήματα.

Φίλοι της αντίπερα όχθης, που για χρονιά θεωρούσατε αιρετικούς όσους αμφιβάλλανε, τώρα που κερδίσατε το δικαίωμα της αμφιβολίας, σκεφθείτε ξανά. Κι άλλοι περάσανε χρόνια διαβάζοντας και αναλύοντας. Κι άλλοι λαχταρήσανε έναν κόσμο χωρίς δουλεία, χωρίς αλλοτρίωση, χωρίς εκμετάλλευση. Μόνο που δεν μπορέσανε να πεισθούν πως ο κόσμος αυτός θα προκύψει από την εφαρμογή μερικών απλών συνταγών. Μόνο που φοβήθηκαν πως το τίμημα ήταν υψηλότερο από το απόκτημα...

Τώρα πικρά ξέρουμε όλοι πόσο δύσκολος είναι ο δρόμος για ένα δημοκρατικό σοσιαλισμό. Που εξακολουθεί, παντού, να αποτελεί την ελπίδα και την επιδίωξη των έντιμων και των δίκαιων. Γράφει ο Πουλαντζάς:

“Η αισιοδοξία ως προς το δημοκρατικό δρόμο του σοσιαλισμού, ωστόσο, δεν πρέπει να μας κάνει να τον θεωρούμε σαν μια βασιλική οδό, εύκολη και ακίνδυνη. Κίνδυνοι υπάρχουν, κατά κάποιον τρόπον όμως μετατοπισμένοι: σε τελευταία ανάλυση, οι κίνδυνοι είναι να πορευτούμε κι εμείς σαν θύματα προς τα κατονομασμένα στρατόπεδα και τις σφαγές.

Σε τούτο θ' απαντούσα ότι, σε σύγκριση, καλύτερα αυτό παρά να σφαγιάσουμε τους άλλους για να τελειώσουμε κι οι ίδιοι κάτω απ' τη λεπίδα κάποιας Επιτροπής Δημόσιας Σωτηρίας η κάποιου δικτάτορα του προλεταριάτου”.

Το κείμενο αυτό ηχεί σαν διαθήκη - και σαν υποθήκη. Ο άνθρωπος που δεν φοβήθηκε το Κενό φωνάζει: Φοβηθείτε τις εύκολες λύσεις. Φοβηθείτε τις απλουστεύσεις και τις δημαγωγίες. Ο κόσμος δεν σώζεται με συνταγές και με συνθήματα.

Σώζεται με σκέψη και θυσία.

“Κίνδυνοι του δημοκρατικού σοσιαλισμού που δεν θα μπορούσαμε ν' αποφύγουμε στα σίγουρα παρά μ' ένα και μόνο τρόπο: να πορευτούμε ήσυχα-ήσυχα, ίσα μπροστά, κάτω από την αιγίδα και τη ράβδο της προηγμένης φιλελεύθερης δημοκρατίας. Αυτό είναι όμως μια άλλη ιστορία”.

Την “άλλη ιστορία” την πήρε μαζί του. Αυτό που δεν πήρε μαζί του είναι το ανήσυχο πνεύμα που, μέσα σε μια δεκαετία, έσπειρε γόνιμα ερωτηματικά σε όλη την πολιτική σκέψη. Το πνεύμα που μας έμαθε να βλέπουμε το Κράτος σαν το πρώτο πρόβλημα στο δρόμο της απελευθέρωσης. Το πνεύμα που, φεύγοντας, κατόρθωσε να ξαναδέσει το Κενό με τη Ζωή, σε θαυμαστή και τρομακτική επικαιρότητα. Διαλέγοντας, έδειξε πως ο θάνατος δεν είναι κάτι το ανόητο που συμβαίνει σε άβουλα ράκη στα κρεβάτια νοσοκομείων, αλλά κάτι που κερδίζεται και εμποτίζεται με νόημα.

 

(Τα αποσπάσματα είναι από το "Κράτος, Εξουσία και Σοσιαλισμός", εκδόσεις Θεμέλιο, μετ. Ειρήνης Λεβίδη).