Όταν ακούω Έλληνες να λένε πως δεν έχουν τηλεόραση σπίτι, τους, συνήθως ρωτάω:
- Βιβλία έχετε;
- Ου, πολλά! μου απαντούν (πάντα έχουν βιβλία αυτοί που δεν έχουν τηλεόραση).
Και σκέπτομαι - πώς γίνεται να μην έχουν τηλεόραση; Είναι το πιο πλούσιο βιβλίο που υπάρχει.
Μήπως για λόγους κόστους; Όμως, με δόσεις, μία μαυρόασπρη συσκευή κοστίζει όσο δύο βιβλία το μήνα...
Αλλά βέβαια δεν είναι από φτώχεια που δεν αγόρασαν. Είναι από πλούτο. Πλούτο πνευματικό (έτσι νομίζουν...).
Κι όμως. Το να μην έχεις τηλεόραση από κουλτούρα (δηλαδή για να δείξεις κουλτούρα) σε μένα αποδεικνύει ακριβώς το αντίθετο. Ότι είσαι άνθρωπος οπισθοδρομικός, αντιδραστικός και συντηρητικός, που φοβάται τη νέα κουλτούρα της εποχής μας. Και πως υιοθετείς απέναντι της τη στάση που είχαν πάντα οι αντιδραστικοί μπροστά στο καινούριο.
Μα, η τηλεόραση μεταδίδει βλακώδη σήριαλ, ηλίθιες ομιλίες, κατευθυνόμενη πληροφόρηση ! Κι έπειτα; Μήπως δεν υπάρχουν βλακώδη και προπαγανδιστικά και αποπροσανατολιστικά βιβλία; Σκέφθηκε κανείς να καταδικάσει την τυπογραφία;
Η τηλεόραση είναι η τυπογραφία της εποχής μας. Ικανή για το άριστο και για το χείριστο -αλλά πλούσια, ζωντανή και παρούσα. Ακόμη και η -κακή, το δέχομαι- ελληνική τηλεόραση, έχει κάθε εβδομάδα τουλάχιστον δέκα ώρες άριστο πρόγραμμα. Που και μόνον αυτές δικαιολογούν την παρουσία της μέσα στο σπίτι.
Οι άνθρωποι που λένε την τηλεόραση “χαζοκούτι” τεκμηριώνουν μόνο τη δική τους χαζομάρα, στενοκεφαλιά και οπισθοδρομικότητα. Όσο για κείνους που δεν αγοράζουν τηλεόραση από φόβο μην τους αποβλακώσει, αυτοί δείχνουν κάτι παραπάνω: έλλειψη σιγουριάς. Φοβούνται ότι -αν είναι δυνατόν- θα τους επιβληθεί η τηλεόραση και θα τη βλέπουν χωρίς να το θέλουν. Της αποδίδουν δηλαδή μαγικές πια ιδιότητες (ή θεωρούν τον εαυτό τους υπόδειγμα αβουλίας).
Βέβαια, αυτά τα έχει ξαναζήσει ο κόσμος. Πολλές φορές. Όταν βγήκαν τα βιβλία, τα σνομπάριζαν οι κάτοχοι των περγαμηνών και των χειρογράφων. Όταν βγήκε ο φωνόγραφος, όλοι είπαν πως ήρθε το τέλος της μουσικής. Για χρόνια άκουγα κι εγώ στα νιάτα μου μύδρους εναντίον της “κονσερβαρισμένης” μουσικής. Τώρα όμως βγαίνουν ειδικά βαθυστόχαστα περιοδικά για τις “κονσέρβες”.
Τα ίδια έγιναν με τον κινηματογράφο. Ανοίξτε ένα βιβλίο του 1910, μια εφημερίδα του 1920. Σήμερα οι τύποι που “δεν έχουν τηλεόραση” συνωστίζονται στα στούντιο για να θαυμάσουν τις ταινίες που “δεν έβλεπαν” οι κουλτουριάρηδες του 1920.
Και σκέπτομαι από τώρα τον ιστορικό του μέλλοντος που θα διαβάζει σε αθηναϊκές εφημερίδες τη στερεότυπη φράση: “Εμείς τηλεόραση δεν βλέπουμε” και θα γελάει. Όπως θα γελούσατε κι εσείς αν βρίσκατε κάπου σε χειρόγραφο του 1500 τη φράση: “Εμείς τυπωμένα βιβλία δεν διαβάζουμε”.
Βέβαια σε μερικά χρόνια η αντιτηλεοπτική μόδα θα περάσει. Και γιατί η εξέλιξη δεν περιμένει τους οπισθοδρομικούς, αλλά και γιατί σε λίγο, με τους τηλεοπτικούς δορυφόρους, η παγκοσμιότητα της τηλεοπτικής επιλογής θα φέρει τεράστιο πλούτο μέσα στο σπίτι κάθε ανθρώπου. (Ήδη και τώρα με μια συσκευή νideο και με ταινίες που δεν κοστίζουν περισσότερο από ένα καλά δεμένο βιβλίο οι πρώτες οπτικοακουστικές βιβλιοθήκες είναι πραγματικότητα).
Τότε αυτοί που ΔΕΝ βλέπουν - δεν θα βλέπουν το BBC, την ΙTV, την RTF και τη ZDF. Τότε δεν θα βλέπουν τον Ολιβιέ να παίζει Σαίξπηρ, τον Κάραγιαν να διευθύνει Μπράμς και τον Μπαρισνίκοφ να χορεύει Τσαϊκόφσκι. Τότε δεν θα βλέπουν την τελευταία έκθεση του Σαγκάλ, τις νεότερες επιστημονικές ανακαλύψεις, γεωγραφικές εξερευνήσεις ή αστροφυσικές αναζητήσεις.
Και αυτοί οι άνθρωποι που δεν θα τα βλέπουν όλα αυτά θα είναι οι καλλιεργημένοι, ενώ εμείς (που θα τα δούμε) θα είμαστε οι βάρβαροι.
Αμ δε! Κανείς, ποτέ, από αυτούς που κοιτάγανε προς τα πίσω δεν πήγε μπροστά!
Μα -θα μου πούνε- ας δείξει τέτοια πράγματα η ελληνική τηλεόραση και τότε θα πάρουμε κι εμείς.
Πέσατε στην παγίδα, φίλοι! Η ελληνική τηλεόραση ήδη δείχνει τέτοια πράγματα. Γιατί (ευτυχώς και δυστυχώς) είναι πολύ λίγο ελληνική. Έτσι βλέπετε και τον Σαίξπηρ του BBC, και τα μπαλέτα της RTL, και τα έργα της RTF.
Κάθε εβδομάδα η τηλεόραση μου δίνει δυο ως τρεις εμπειρίες που χωρίς αυτές η ζωή μου θα ήταν φτωχότερη. (Δεν είναι λίγες - είναι πάρα πολλές!).
Και δεν θα ήθελα να τις έχω χάσει με τίποτα!
Αλλά είμαι σίγουρος πως δεν τις έχουν χάσει ούτε αυτοί που “δεν βλέπουν”. Γιατί κρυφοβλέπουν. Γιατί πολλούς έχω ανακαλύψει που ισχυρίζονται πως αυτοί, ποτέ! - κι όμως, όταν έρθει η συζήτηση σε κάποιο τηλεοπτικό θέμα, είναι απόλυτα ενήμεροι.
Οι άνθρωποι που καταδικάζουν την τηλεόραση είναι ως ένα βαθμό υπεύθυνοι και για την κακή της ποιότητα. Γιατί όχι μόνο αρνούνται οι ίδιοι να συμβάλουν στη βελτίωση της, αλλά με τη στάση τους εμποδίζουν και πολλούς άλλους να συνεργαστούν.
Έτσι δημιουργείται ο φαύλος κύκλος. Όσο απέχουν οι άξιοι δημιουργοί, τόσο χειροτερεύει η ποιότητα - και όσο χειροτερεύει η ποιότητα, τόσο περισσότερο απέχουν.
Βέβαια στην ελληνική τηλεόραση, η απουσία πολλών δεν οφείλεται σε αποχή αλλά σε αποκλεισμό. Όμως μπορώ να πω, από προσωπική πείρα, πως οι ηθελημένα απέχοντες είναι ίσοι -και ίσως περισσότεροι- από τους “κομμένους”.
Αλλά η αποχή αυτή τελικά έχει ένα άλλο όνομα: λιποταξία. Η τηλεόραση είναι το μέτωπο, το πεδίο όπου δίνεται, η μάχη του σημερινού πνεύματος. Ένα βιβλίο μπορεί να μιλήσει σε δέκα χιλιάδες ανθρώπους, ένα περιοδικό σε σαράντα, μια εφημερίδα σε εκατό. Στην τηλεόραση οι δέκτες αριθμούνται με εκατομμύρια. Αν υπάρχει κάτι σημαντικό, ζωτικό, ουσιαστικό, εκεί πρέπει να ειπωθεί. Αντί να αποστρέφουμε το πρόσωπο με αηδία κοιτώντας πίσω, μπορούμε να μεταβάλουμε το μέσο σε μήνυμα.