Συνέντευξη στους Schooligans (ΝΕΑ) 6.12.2008 (1).

"¨Ημουν και είμαι μία ερωτευμένη πόρνη"

Συγγραφέας, δημοσιογράφος, φωτογράφος, διαφημιστής, δοκιμαστής καινούργιων αυτοκινήτων... ο Νίκος Δήμου πληρωνόταν πάντα για πράγματα που θα έκανε έτσι κι αλλιώς από καθαρή απόλαυση.

Τον συναντήσαμε στο σπίτι του στο Παλιό Ψυχικό. Μιλήσαμε σχεδόν πέντε ώρες για το σχολείο ελιτ που πήγε μικρός, για την καριέρα που άφησε στην Γερμανία, για το λάθος του να γυρίσει στην Ελλάδα. Σε ένα ποίημά του με τίτλο "Ζωή" γράφει: "Όλο και περισσότερο νιώθω / σαν τον άνθρωπο που κέρδισε το λαχείο / και έχασε τον λαχνό".

_____________________________________________________________

 

Σας απασχολεί η εξωτερική σας εμφάνιση; Το ντύσιμό σας, ας πούμε;

Μπα… Πηγαίνω κάθε τρία χρόνια στο Marks & Spenserκαι αγοράζω δύο σακάκια, δύο παντελόνια, δύο πουλόβερ… Δε δίνω ποτέ λεφτά για ρούχα. Θα δώσω όμως πολλά ευρώ για ν’ αγοράσω το καλύτερο laptop. Αυτό που είναι μπροστά σας στοιχίζει 2.400. Θα πάρω το καλύτερο κινητό ή ένα καινούριο τεχνολογικό gadget. Αν μπορούσα, θα είχα και πολύ ακριβά αυτοκίνητα, αλλά εκεί το πράγμα ξεφεύγει. Μια Bugatti Veyron, ας πούμε, κάνει 1.000.000 ευρώ.

Αυτήν θα παίρνατε αν σας περίσσευαν 1.000.000 ευρώ;

Όχι, θα προτιμούσα κάτι φθηνότερο, μια PorscheTurbo911, ας πούμε, που στοιχίζει 200.000 ευρώ. Την Bugattiδε θα μπορούσα να τη χαρώ καθημερινά γιατί είναι άγριο αυτοκίνητο και θέλει ανοιχτούς δρόμους. Η PorscheTurbo, όμως, είναι αυτοκίνητο πολιτισμένο και ευκολοδήγητο, το οδηγείς ακόμα και μέσα στην πόλη.

Εσείς την έχετε οδηγήσει;

Μία από τις πολλές δουλειές που έχω κάνει ήταν να δοκιμάζω αυτοκίνητα και να γράφω γι’ αυτά σε περιοδικά όπως οι «4Τροχοί» και το «Car».

Πώς σας ήρθε να κάνετε αυτή τη δουλειά;

Ήθελα να γράψω ένα βιβλίο για τη σχέση του ανθρώπου με την τεχνολογία. Έχω την άποψη, που βεβαίως οι περισσότεροι πνευματικοί άνθρωποι τη θεωρούν αιρετική, ότι η τεχνολογία είναι ένα από τα κορυφαία δημιουργήματα του ανθρώπινου πνεύματος. Αν ρωτήσετε έναν ποιητή ή έναν φιλόσοφο θα σας πει ότι η τεχνολογία είναι βίδες και μπουλόνια, κάτι το απάνθρωπο... Είναι χαρακτηριστικό δε ότι σε μια έρευνα που έκανε το περιοδικό «Λέξη» είχε αποδειχθεί ότι το 90% των Ελλήνων ποιητών και συγγραφέων δεν οδηγούν αυτοκίνητο.

Το 90%!

Επειδή λοιπόν αγαπούσα πάρα πολύ την τεχνολογία, θέλησα να γράψω μια σειρά από δοκίμια πάνω σ’ αυτήν. Έτσι βρέθηκα στους «4Τροχούς» να γράφω δοκίμια (αργότερα έγιναν βιβλίο με τίτλο «Η Τέλεια Διαδρομή».) Επιπλέον όμως να κάνω ρεπορτάζ για τα αυτοκίνητα που οδηγούσα. Κάθε φορά που μια εταιρεία έβγαζε ένα νέο μοντέλο, μας καλούσε να το δοκιμάσουμε στη χώρα παραγωγής. Πήγαινα, ας πούμε, στη Σουηδία για το νέο Volvo, στην Ισπανία για το νέο Seatκαι παράλληλα έκανα τις βόλτες μου, τις διακοπές μου…

Πόσο καιρό το οδηγούσατε;

Δυο-τρεις βδομάδες, όσο ήθελα. Ήταν τα λεγόμενα press-cars.

Και σας κάλυπταν τα έξοδα;

Βεβαίως. Και επειδή είμαι και φωτογράφος, έκανα ταυτόχρονα ταξιδιωτικό και φωτογραφικό ρεπορτάζ για τη χώρα που επισκέφθηκα. Έτσι γνώρισα πολλές χώρες και πολλά αυτοκίνητα.

Και βγάζατε χρήματα από αυτό;

Απ’ όλα τα πράγματα βγάζω χρήματα. Κάτι για το οποίο είμαι πολύ περήφανος είναι ότι έχω καταφέρει να εφαρμόσω αυτόν που λέω «νόμο της ερωτευμένης πόρνης». (γέλια)

Δηλαδή;

Σκεφτείτε μια πόρνη η οποία είναι ερωτευμένη με κάποιον χωρίς να του το ‘χει πει κι αυτός την πληρώνει για να κάνει μαζί του αυτό που εκείνη θα ήθελε να κάνει έτσι κι αλλιώς. Λοιπόν, το ίδιο συμβαίνει με μένα. Με πληρώνουνε για να οδηγώ αυτοκίνητα, για να βγάζω φωτογραφίες, για να γράφω βιβλία, για να τεστάρω αυτοκίνητα, κομπιούτερ και gadgets … Όλα αυτά εγώ θα τα έκανα από χόμπι. Δεν τα ένιωσα ποτέ σαν επαγγελματική υποχρέωση.

Και για τα κείμενά σας στη LIFOπληρώνεστε;

Ε βέβαια! Και μάλιστα καλά. Καθότι είμαι μεν πόρνη, αλλά είμαι ακριβή πόρνη… (γέλια)

Σαν σκέτη πόρνη -όχι ερωτευμένη- αναγκαστήκατε ποτέ να δουλέψετε;

Ναι, στη διαφήμιση. Το έκανα για 18 χρόνια. Η διαφήμιση ήταν το μόνο πράγμα στη ζωή μου που το έκανα από καθαρά βιοποριστική ανάγκη.

Ήσασταν παιδί φτωχής οικογένειας;

Ούτε φτωχής ούτε εύπορης. Ο πατέρας μου ήταν δημόσιος υπάλληλος. Η μητέρα μου καταγόταν μεν από πλούσια οικογένεια, αλλά η προίκα της γρήγορα φαγώθηκε γιατί ο πατέρας μου ήταν πολύ σπάταλος. Το μόνο που κατάφερε η οικογένειά μου –κι αυτό ήταν πολύ σπουδαίο- ήταν να μου δώσει καλές σπουδές.

Να σας στείλει στο Κολέγιο…

Ναι, στο Κολέγιο, όπου όμως ήμουν με υποτροφία λόγω επιδόσεων. Ήμουν πολύ καλός μαθητής. Στην αρχή πλήρωνα τα μισά δίδακτρα και μετά δεν πλήρωνα τίποτα.

Αυτό είναι μια πολιτική που την κρατάει ακόμα το Κολέγιο;

Ναι, αλλά πολύ λιγότερο πια. Τώρα οι περισσότερες υποτροφίες πάνε στα παιδιά των διδασκόντων και των εργαζομένων στο Κολέγιο, οπότε για τους τρίτους δε μένουν πολλά.

Κακώς κατά τη γνώμη σας;

Κάκιστα. Το Κολέγιο, την εποχή που φοίτησα εγώ, δεν ήταν σχολείο της οικονομικής ελίτ.

Αλλά της πνευματικής;

Ήταν σχολείο της ελίτ από πλευράς δυνατοτήτων. Μπαίνανε στο Κολέγιο 130 μαθητές και βγαίνανε 50. Οι υπόλοιποι έφευγαν, διότι δεν μπορούσαν να παρακολουθήσουν το επίπεδο των σπουδών. Είχαμε εκπληκτικούς καθηγητές απ’ τους οποίους, μάλιστα, πολλοί ήταν αριστεροί. Ήταν άνθρωποι με φοβερά προσόντα, οι οποίοι πηγαίνανε για καθηγητές Πανεπιστημίου, αλλά δεν μπορούσαν να σταδιοδρομήσουν επειδή ήταν αριστεροί. Αυτοί οι άνθρωποι έβρισκαν καταφύγιο στο Αμερικανικό (!) Κολέγιο. Το Κολέγιο είχε τότε την ελευθερία –τώρα δεν την έχει- να καθορίζει μόνο του το σχολικό πρόγραμμα, τα μαθήματα, τα βιβλία… Εμείς τα μισά μαθήματα τα κάναμε στα Αγγλικά με διδακτικά βιβλία από την Αμερική.

Ελευθερία σαν μαθητές είχατε;

Βεβαίως! Τις ελευθερίες που είχαμε εμείς τότε θα τις ζήλευαν ακόμα και τα παιδιά που κάνουν τώρα καταλήψεις. Είχαμε μαθητικό συμβούλιο όταν το 15μελές ήταν άγνωστη λέξη στα άλλα σχολεία. Λέγαμε στους καθηγητές «Δε μας βολεύει το πρόγραμμα, αλλάξτε το» και το αλλάζανε. Όλα αυτά ήταν τελείως πρωτοποριακά για την εποχή εκείνη.

Και για τώρα!

Και για τώρα, ναι. Δυστυχώς αυτό που έπαθε το Κολέγιο είναι ότι το ‘81 με τον Ανδρέα και τον σοσιαλισμό του, αναγκάστηκε να αποβάλει όλα τα προνόμια που είχε. Το ίδιο συνέβη με όλα τα πρότυπα σχολεία, το Βαρβάκειο, το Πειραματικό… Βγήκε νόμος που έλεγε ότι δε θα υπάρχει πλέον διαφοροποίηση, «θα κάνετε τα ίδια μαθήματα, θα παίρνετε τους καθηγητές από την επετηρίδα, θα παίρνετε τους μαθητές όχι με εξετάσεις, αλλά με κλήρωση»… Έτσι, άρχισαν να μπαίνουν παιδιά δυσλεκτικά και γενικά παιδιά που δεν μπορούσαν να παρακολουθήσουν.

Αυτό που λέτε ακούγεται περίεργο. Τι κακό έχει να είναι δυσλεκτικό ένα παιδί;

Κανένα κακό, αλλά ένα δυσλεκτικό παιδί όταν είναι σε ένα σχολείο ελίτ που έχει πολύ σκληρό πρόγραμμα θα έχει πρόβλημα.

Μα το σχολείο δε θα ‘πρεπε να του παρέχει τους τρόπους να δείξει κι αυτό τις δυνατότητές του;

Σύμφωνοι, αλλά όχι αυτό το σχολείο. Θα σας πω το εξής, παρόλο που ακούγεται αριστοκρατικό και ολιγαρχικό: οι χώρες που έχουν τις καλύτερες πνευματικές και διοικητικές επιδόσεις, τις βασίζουν στα λεγόμενα «leadschools». Στη Γαλλία, για παράδειγμα, το 80% των ανθρώπων που διοικούν τη χώρα ή είναι σε θέσεις-κλειδιά είναι απόφοιτοι της περίφημης «EcoleNormale». Σε αυτό το σχολείο μπαίνεις πάρα πολύ δύσκολα και βγαίνεις ακόμα πιο δύσκολα. Αλλά έτσι και βγεις, θεωρείται σίγουρο ότι θα σταδιοδρομήσεις.

Ένα σχολείο-ελίτ, όμως, δεν είναι και ένα σχολείο αποστειρωμένο;

Καθόλου αποστειρωμένο. Ίσα-ίσα επειδή είναι ελίτ, έχει φοβερή ζωντάνια. Θυμάμαι ολονύκτιες συζητήσεις με συμμαθητές μου υπέρ και κατά του μαρξισμού. Υπήρχε ένας πνευματικός οργασμός. Βγήκαν άνθρωποι-γίγαντες, όπως ο Μιχάλης Δερτούζος, που ήταν επί 30 χρόνια διευθυντής του Εργαστηρίου Πληροφορικής του ΜΙΤ. Ο υπ’ αριθμόν ένα computergeniusτης Αμερικής. Έχω όλα του τα βιβλία, στο τελευταίο μάλιστα μου είχε γράψει μια ωραία αφιέρωση: «Από τον Μιχάλη που ξεκίνησε κομπιουτεράς και προσπαθεί να γίνει φιλόσοφος στον Νίκο που ξεκίνησε φιλόσοφος και έχει γίνει καλός κομπιουτεράς».

Με παιδιά από λαϊκές οικογένειες κάνατε παρέα;

Μα με συγχωρείτε, τα μισά παιδιά στο Κολέγιο ήταν τότε από λαϊκές οικογένειες. Είχαμε φτωχά παιδιά από την επαρχία που είχαν έρθει με υποτροφίες και ήταν οικότροφοι, δηλαδή μένανε μέσα στο Κολέγιο.

Εσείς ήσασταν ο καλύτερος μαθητής του σχολείου;

Την τελευταία χρονιά όχι, γιατί με πέρασε κάποιος άλλος κατά 2/10. Αλλά ήμουν ο πρώτος σε διακρίσεις. Και ίσως να είμαι ακόμα. ακόμα είμαι! Μέχρι κάποιο χρονικό σημείο είχα πάρει τα περισσότερα βραβεία στην ιστορία του Κολεγίου. Είχα πάρει και τον τίτλο του «Valedictorian»...

Τι είναι αυτό;

Valedictorianείναι αυτός που βγάζει τον αποχαιρετιστήριο λόγο της τάξης του. Είναι μεγάλη τιμή, θεωρείται ο πιο ολοκληρωμένος μαθητής ως προσωπικότητα -και στα μαθήματα και στις δράσεις και στη δημιουργικότητα. Ήμουν ο Valedictorian της τάξης του ’54.

Θυμάστε το όνομα του μαθητή που σας πέρασε κατά 2/10;

Ναι, Ζουπάνος. Θόδωρος Ζουπάνος.

Θυμάστε και άλλα ονόματα συμμαθητών σας;

Και βέβαια! Και όχι μόνο τους θυμάμαι ,αλλά και συναντιέμαι μαζί τους.

Τι απέγινε ο Θόδωρος;

Ο Θόδωρος Ζουπάνος έκανε μια πολύ πετυχημένη καριέρα στα Ηνωμένα Έθνη. Το παιδί που καθόταν στο διπλανό θρανίο, ο  Γιώργος Αναστασόπουλος, είναι τώρα πρεσβευτής μας στην Unesco. Από αριστερά μου ήταν ο Γιώργος Κατηφόρης – καθηγητής στο LSE και χρόνια Ευρωβουλευτής.

Κάποιον απ’ το Κολέγιο που απέτυχε ξέρετε; Γιατί ως τώρα μας λέτε όλους αυτούς που έχουν πετύχει.

Κοιτάξτε να δείτε, εξαρτάται τι εννοεί κανείς αποτυχία.

Σωστά, όπως και τι εννοεί κανείς επιτυχία.

Υπάρχουν άνθρωποι που έκαναν μια καλή καριέρα ως δικηγόροι ή ως γιατροί χωρίς να γίνουν ούτε οι καλύτεροι ούτε να βγάλουν πάρα πολλά χρήματα. Σχεδόν όλοι όμως όσοι τελείωσαν το Κολέγιο τα πήγαν καλά.

Παρέα με παιδιά της γειτονιάς σας κάνατε;

Όχι, νομίζω ότι στην εφηβεία δεν γνώρισα παιδιά της γειτονιάς μου. Αλλά στην Μιχαήλ Βόδα, που ζούσα ως τα 13, είχα πολλές παρέες.

Πού μένατε τότε;

Στην Κυψέλη. Το Κολέγιο απορροφούσε ολοκληρωτικά τον χρόνο μας. Το πρόγραμμα ήταν πολύ πλούσιο και απαιτητικό και μέναμε εκεί μέχρι αργά το απόγευμα. Ζούσα μόνο για το Κολέγιο και για τα Γαλλικά – όπου είχα μία σπουδαία καθηγήτρια, στην οποία χρωστάω πολλά..

Στα 19 σας πήγατε για σπουδές στη Γερμανία. Πώς σας φάνηκε;

Στην αρχή ήταν ένα σοκ. Έφυγα από το Κολέγιο τόσο χορτάτος σε πνευματική τροφή, που εκεί χρειάστηκε να κάνω δίαιτα.

Δηλαδή;

Δηλαδή ένα από τα βασικά πράγματα που έμαθα στη Γερμανία ήταν να σκέφτομαι από το μηδέν. Οι καθηγητές της Φιλοσοφίας ήταν τόσο είρωνες απέναντι στην πολυμάθειά μου και στα τσιτάτα που είχα αποστηθίσει, που έβγαινα από τα σεμινάρια και είχα την αίσθηση ότι είχα φάει ξύλο! «Δεν μας ενδιαφέρει τι λέει πάνω στο θέμα ο Καντ ή ο Λάιμπνιτς» μου λέγανε. «Μας ενδιαφέρει τι λέτε εσείς, κύριε Δήμου!»

Πόσο καιρό μείνατε στη Γερμανία;

Έξι χρόνια. Μετά έκανα το λάθος και επέστρεψα στην Ελλάδα. Είναι το μοναδικό πράγμα για το οποίο μετανιώνω στη ζωή μου.

Για ποιο λόγο επιστρέψατε;

Διότι υπέκυψα στο συναισθηματικό εκβιασμό της μάνας μου, η οποία ήταν μια γυναίκα πολύ βασανισμένη και άρρωστη. «Παιδάκι μου», μου λέει, «θα πεθάνω και δε θα σε ξαναδώ».

Εσείς γιατί θέλατε να μείνετε στη Γερμανία;

Γιατί είχα ήδη μια καριέρα εκεί κάνοντας πράγματα που μου άρεσαν. Μου είχαν συμβεί απίστευτες ιστορίες. Θα σας πω μόνο μία: Διαβάζοντας μία επιφυλλίδα στη SueddeutscheZeitung, τη μεγαλύτερη εφημερίδα της Γερμανίας, κάθισα κι έγραψα ένα κείμενο και το ’στειλα στην εφημερίδα. Ήμουν ένας φοιτητής, τελείως άγνωστος. Μια βδομάδα μετά, μου ’ρχεται ένα γράμμα: «Σας ευχαριστούμε πολύ για το κείμενο. Το βρήκαμε αξιόλογο. Θα δημοσιευτεί την τάδε του μηνός. Πείτε μας ένα λογαριασμό τραπέζης για να καταθέσουμε την αμοιβή σας.»

Έτσι απλά;

Από κει και πέρα, θεωρήθηκα συνεργάτης της Sueddeutsche. Παράλληλα έκανα ραδιόφωνο, θέατρο, σενάρια για ταινίες… Πούλαγα ένα σενάριο και ζούσα με τα λεφτά αυτά ένα χρόνο. Οι παρέες μου στην Γερμανία έγιναν διάσημοι και πλούσιοι χωρίς να χρειαστεί να εκπορνευθούν. Συγγραφείς, σκηνοθέτες, εικαστικοί δημιουργοί, που τους ξέρει όλη η Ευρώπη.

Πόσο καιρό μείνατε στη Γερμανία;

Έξι χρόνια. Μετά έκανα το λάθος και επέστρεψα στην Ελλάδα. Είναι το μοναδικό πράγμα για το οποίο μετανιώνω στη ζωή μου. Εκεί βρισκόμουν σε ένα φοβερά απαιτητικό περιβάλλον που με ζόριζε και με βοηθούσε να προχωρήσω. Όταν έκανα την παρουσίαση της διδακτορικής μου διατριβής πάνω στον σκεπτικισμό, ήρθαν να μ’ ακούσουν πάρα πολλοί ακροατές. Μεταξύ τους ήταν και μια ομάδα από Ιησουίτες καλόγερους, οι οποίοι βλέπουν τον σκεπτικισμό σαν κόκκινο πανί.

Ήταν οπαδοί του «πίστευε και μη ερεύνα»;

Ακριβώς. Και ήρθαν να μου καταρρίψουν τη διατριβή! (γέλια) Έγινε μια μάχη πολύ υψηλού επιπέδου η οποία κράτησε 8 ώρες. Στο τέλος μας πέταξαν έξω απ’ το Πανεπιστήμιο!

Ποιος νίκησε;

Νομίζω ότι νίκησα εγώ, αλλά μπορεί αυτοί να πιστεύουν το αντίθετο. Ψάχνοντας πριν ένα χρόνο τις σημειώσεις που είχα κρατήσει τότε, βρήκα το όνομα ενός Ιησουίτη που μου είχε απευθύνει πολλές φορές τον λόγο. Το όνομα ήταν Ράτσινγκερ.

Ποιος είναι αυτός;

Ο Πάπας!

Ο σημερινός;

Ναι, ο σημερινός. Λέγεται Γιόζεφ Ράτσινγκερ και τότε ήταν καθηγητής Θεολογίας στη Γερμανία. Και είχε έρθει με τους μαθητές του για να με ξεσκίσουν.

Τα βάλατε δηλαδή με τον Πάπα! Με το αλάθητο του Πάπα!

Σας το λέω για να σας δείξω τα ερεθίσματα που είχα στη Γερμανία.

Πιστεύετε ότι αν είχατε μείνει στη Γερμανία θα είχατε κι εσείς διεθνή αναγνώριση;

Είμαι βέβαιος, όσο υπερφίαλο κι αν ακούγεται αυτό.

(Συνεχίζεται)